Skip to main content

Τι δείχνει η υπόθεση των πλοηγών που έσκασε στο λιμάνι

Η υπόθεση των πλοηγών της Θεσσαλονίκης επαναφέρει στο προσκήνιο το ρόλο του ελληνικού δημοσίου στο παραγωγικό κομμάτι της οικονομίας.

Η υπόθεση που ξετυλίγεται από χθες στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, με στελέχη της πλοηγικής υπηρεσίας και του λιμενικού να ερευνώνται από τον εσωτερικό έλεγχο και τις εισαγγελικές αρχές, έσκασε σαν βόμβα τόσο στα κρηπιδώματα της ΟΛΘ, όσο και στα γραφεία των χρηστών του λιμένα (ναυτικούς πράκτορες, εκτελωνιστές, μεταφορείς κ.λπ.), που βρίσκονται σε μια μεγάλη περιοχή από την οδό Κουντουριώτη και τους παραδρόμους, μέχρι το Καλοχώρι.

Εκείνο που αιφνιδίασε ήταν πρωτίστως το γεγονός ότι μια συγκεκριμένη πρακτική αποκαλύφθηκε, διότι –όπως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις- όλοι λίγο πολύ είτε ήξεραν από πρώτο χέρι, είτε είχαν ακούσει από πρώτο χέρι τι συνέβαινε. Άλλωστε –κακά τα ψέματα- στους αιώνες που διεξάγονται μεταφορικές και εμπορικές πράξεις στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης –όπως και σε κάθε λιμάνι του κόσμου- οι πλάγιες μέθοδοι είναι κάτι γνωστό. Και μπορεί τα τελευταία χρόνια η χρήση των νέων τεχνολογιών να βάζει τάξη και κανόνες σε πολλά ζητήματα, αλλά κομπιούτερς και δίκτυα δεν υπήρχαν πάντα. Οι άνθρωποι ρύθμιζαν τα θέματα και κανόνιζαν πάντα τις καταστάσεις. Γι’ αυτό δεν κάνουν εντύπωση διηγήσεις για κλειστά συστήματα, κοινά ταμία, χαρτζιλίκια στα κρηπιδώματα κ.λπ.

Σε κάθε περίπτωση οι χθεσινές εξελίξεις είναι σοβαρές, διότι το λιμάνι δεν είναι δυνατόν να λειτουργήσει χωρίς πλοηγική υπηρεσία. Γι’ αυτό το υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και ειδικότερα η διεύθυνση Πλοηγικής υπηρεσίας αντέδρασαν άμεσα και ήδη από σήμερα στη Θεσσαλονίκη πιάνουν δουλειά δύο πλοηγοί, οι οποίοι έφτασαν στην πόλη από την Κέρκυρα και τον Πειραιά, ενώ αύριο θα υπάρξει και τρίτος από την Καλαμάτα. Μέχρι να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα. Διότι δεν είναι δυνατόν να δέσει πλοίο στις προβλήτες ή να αναχωρήσει από αυτές χωρίς τον υπεύθυνο πλοηγό, ο οποίος θα βρίσκεται στη γέφυρα μαζί με τον καπετάνιο και θα δίνει τις κατάλληλες οδηγίες στα ρυμουλκά, τα οποία οδηγούν εντός κι εκτός του λιμένα τα εμπορικά πλοία. Πρόκειται για δουλειά καπετάνιου, εξαιρετικά υπεύθυνη, από την διεκπεραίωση της οποίας εξαρτάται η ασφάλεια πλοίων, ανθρώπων και εμπορευμάτων. Ήδη ο Σύλλογος ναυτικών Πρακτόρων Θεσσαλονίκης από χθες με κατεπείγουσα επιστολή προς τον υπουργό Ναυτιλίας κ. Γιάννη Πλακιωτάκη επισημαίνει τους κινδύνους για την εύρυθμη λειτουργία του λιμένα από την έλλειψη πλοηγών και ζητά την ενίσχυση του αριθμού των ατόμων με αυτά τα καθήκοντα το επόμενο διάστημα.

Η υπόθεση των πλοηγών της Θεσσαλονίκης επαναφέρει στο προσκήνιο το ρόλο του ελληνικού δημοσίου στο παραγωγικό κομμάτι της οικονομίας. Πολλοί που ασχολούνται επί δεκαετίες επαγγελματικά με τη διαμετακόμιση φορτίων μέσω των ελληνικών λιμανιών αναρωτιούνται γιατί η συγκεκριμένη υπηρεσία να είναι δημόσια και μάλιστα με δικά της τιμολόγια και δικό της ταμείο.  Αναφέρουν, μάλιστα, τραγελαφικά περιστατικά που συμβαίνουν σε μικρά ελληνικά λιμάνια, όπου συχνά οι πλοηγοί έχουν και άλλες επαγγελματικές ασχολίες, εξαιτίας των οποίων καταγράφονται δυσλειτουργίες και καθυστερήσεις, αφού οι ενδιαφερόμενοι πρώτα τους ψάχνουν και μετά τους περιμένουν. Στο καθαρά πρακτικό πεδίο τα πράγματα είναι ξεκάθαρα: από τη στιγμή που τα λιμάνια της χώρας είναι ιδιωτικά –τα δύο μεγάλα εδώ και καιρό και τα μικρότερα… καθ’ οδόν-, άρα η πολιτεία εμπιστεύεται για τις φορτοεκφορτώσεις και τη διακίνηση ανθρώπων και εμπορευμάτων, γιατί να μην εμπιστευθεί την πλοήγηση των πλοίων στον ιδιωτικό τομέα; Δεν είναι μόνο το θέμα της διαφθοράς, οσμή της οποίας αναδίδεται από χθες στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Είναι, κυρίως, το πεδίο της εξυπηρέτησης –ενδεχομένως και του κόστους- σε ένα ακόμη κλειστό σύστημα του δημοσίου. Τα τελευταία χρόνια στη Θεσσαλονίκη η γκρίνια των χρηστών του λιμανιού για τον μικρό αριθμό των πλοηγών και τα αρνητικά αποτελέσματα αυτής της κατάστασης είναι διαρκής. Όπως σταθερή είναι και η απάντηση του υπουργείου ότι λόγω μνημονίων δεν μπορούν να γίνουν προσλήψεις. Η ιδιωτικοποίηση της συγκεκριμένης υπηρεσίας πιθανότατα θα λύσει αυτό το πρόβλημα, θα σημάνει ανταγωνισμό και θα περιορίσει δραστικά τη συνδιαλλαγή, που πάντα διευκολύνεται σε καταστάσεις που εμπλέκονται άμεσα ο δημόσιος και ο ιδιωτικός τομέας. Έτσι κι αλλιώς ο έλεγχος νομιμότητας της συγκεκριμένης δραστηριότητας θα παραμείνει στο Λιμενικό Σώμα.  

Το θέμα, όμως, έχει και μια άλλη διάσταση. Άπτεται της ασφάλειας, που είναι αδιαπραγμάτευτη σε κάθε ανεπτυγμένη και πολιτισμένη κοινωνία. Ας θυμηθούμε πόσα τρελά εκατομμύρια ξόδεψε η Ελλάδα για συστήματα ασφαλείας, όταν το 2004 διοργάνωσε τους Ολυμπιακούς Αγώνες στην Αθήνα. Ας παρατηρήσουμε γύρω μας πόσα τρελά δισεκατομμύρια ευρώ δαπανώνται για ασφάλεια έναντι κινδύνων που στην πράξη αποδεικνύονται ανύπαρκτοι, αλλά κανείς δεν τολμάει να το ομολογήσει. Με όλα αυτά θα… κολλήσουμε στο αν ένα πλοίο χρειάζεται ένα, δύο, τρία ή τέσσερα ρυμουλκά για να προσεγγίσει και να απομακρυνθεί από την 6η προβλήτα του λιμανιού της Θεσσαλονίκης;  Μπορεί να χρειάζεται και 14…

ΥΓ. Κατ’ αναλογίαν, πριν από μερικά χρόνια υπήρχαν μόνο δημόσια ΚΤΕΟ, τα οποία πρόσφεραν μπόλικη ταλαιπωρία και καμία ιδιαίτερη υπηρεσία. Ούτε τα αυτοκίνητα που κυκλοφορούσαν στους ελληνικούς δρόμους ήταν ασφαλέστερα, ούτε τα ατυχήματα και τα δυστυχήματα λιγότερα. Σήμερα μπορεί να εξακολουθούν να υπάρχουν δημόσια ΚΤΕΟ, αλλά δεν τα θυμάται κανείς, ενώ τα προτιμούν ελάχιστοι σε σχέση με τους οδηγούς που πηγαίνουν στα ιδιωτικά. Δεν μπορεί, κάποια εξήγηση θα υπάρχει…

ΥΓ2. Καλώς ή κακώς η μικροδιαφθορά του χαρτζιλικιού είναι ευρέως διαδεδομένη στην ελληνική κοινωνία και ειδικότερα στο ελληνικό δημόσιο. Καθένας που ζει, κινείται και εργάζεται σε αυτό τον τόπο το γνωρίζει. Εξίσου αλήθεια είναι ότι τα συγκεκριμένα φαινόμενα περιορίζονται. Κάτι τα κομπιούτερς, κάτι η αλλαγή νοοτροπίας στο δημόσιο, κάτι τα οικονομικά προβλήματα των Ελλήνων, όλα συμβάλλουν προς αυτή την κατεύθυνση. Το θέμα των πλοηγών, που σύμφωνα με φήμες δεν περιορίζεται μόνο σε ένα ελληνικό λιμάνι, έχει ένα πρόσθετο κακό. Αφορά την επιβάρυνση ξένων πλοιοκτητών –αμφιβάλλει κανείς ότι κάθε εταιρία γνωρίζει πόσα ακριβώς ρυμουλκά χρειάζεται κάθε πλοίο της για να μπει σε κάθε λιμάνι που πιάνει;- και επομένως δυσφημεί στα πέρατα του κόσμου μια χώρα, που τα προηγούμενα χρόνια έχει ήδη φροντίσει να χαλάσει το όνομά της και (υποτίθεται ότι) τώρα προσπαθεί να το ξαναφτιάξει δια της… κανονικότητας.