Skip to main content

Τι λείπει από τον προεκλογικό διάλογο για τον δήμο Θεσσαλονίκης

Με μια βόλτα στις μικρές ή μεγαλύτερες πόλεις των χωρών της ανεπτυγμένης Ευρώπης μπορεί κάποιος να εντοπίσει τη βασική διαφορά με την Ελλάδα.

Το μεσημέρι του περασμένου Σαββάτου, γύρω στη μία, το μποτιλιάρισμα μπροστά στο Βασιλικό Θέατρο της Θεσσαλονίκης ήταν όχι μόνο απίστευτο, αλλά εν πολλοίς ανεξήγητο υπό φυσιολογικές συνθήκες, αφού στο συγκεκριμένο σημείο ο δρόμος έχει πέντε λωρίδες. Τι συνέβαινε; Στον άξονα του Βασιλικού Θεάτρου υπήρχαν σταθμευμένα σε δύο λωρίδες τουριστικά λεωφορεία που μετέφεραν στο κέντρο της πόλης ξένους επισκέπτες από τις γειτονικές χώρες, αλλά δεν είχαν ούτε πού ακριβώς να τους αφήσουν, ούτε πού ακριβώς να σταθμεύσουν μετά για να τους περιμένουν. Με δεδομένα και τα παρκαρισμένα ιδιωτικά αυτοκίνητα στην αριστερή πλευρά, ο δρόμος των πέντε λωρίδων είχε μόνο δύο ανοιχτές. Κάτι που στην πράξη για όσους βρίσκονται πίσω από το τιμόνι σημαίνει ότι συνήθως τα αυτοκίνητα διέρχονται ένα ένα.  

Ασφαλώς αυτή η σκηνή είναι γνώριμη στα όρια της συνήθειας και της αποδοχής για όσους περνούν συχνά από το συγκεκριμένο σημείο. Δε σημαίνει όμως ότι το σκηνικό αυτό είναι φυσιολογικό. Κανονικά δεν θα έπρεπε να είναι ούτε αποδεκτό. Όπως δεν μπορεί να είναι ανεκτές οι εικόνες σε διάφορα σημεία του άξονα της Αριστοτέλους. Ούτε οι παρκαρισμένες λιμουζίνες κάτω από τις καμάρες στο ξενοδοχείο «Ηλέκτρα Παλάς», ούτε τα κρατικά υπηρεσιακά αυτοκίνητα έξω από την 3η Υγειονομική Περιφέρεια Μακεδονίας. Ούτε φυσικά η κατάσταση μπροστά από το αστυνομικό τμήμα Λευκού Πύργου με τα κιγκλιδώματα, τους ένστολους και ένοπλους φρουρούς, τα περιπολικά, τις μηχανές, τα αστυνομικά αυτοκίνητα με τις συμβατικές πινακίδες, που δεν είναι απλώς άσχημη και αντιαισθητική, αλλά και άκρως δυσλειτουργική. Η οδός Αριστοτέλους ως πεζόδρομος εδώ και 20 χρόνια αποτελεί τον βασικό άξονα του κέντρου της πόλης. Ένα από τα ωραιότερα σημεία της Θεσσαλονίκης για τη διαμόρφωση του οποίου δόθηκαν πολλά λεφτά.

Με μια βόλτα στις μικρές ή μεγαλύτερες πόλεις των χωρών της ανεπτυγμένης Ευρώπης –μια βόλτα ακόμη και μέσα από το internet ή την δορυφορική τηλεόραση-  μπορεί κάποιος να εντοπίσει τη βασική διαφορά με την Ελλάδα. Οι ευρωπαϊκές πόλεις είναι κατά κανόνα πιο λειτουργικές από τις ελληνικές λόγω της διαφορετικής αντιμετώπισης του δημοσίου χώρου. Για την ακρίβεια λόγω του σεβασμού που υπάρχει στον δημόσιο χώρο, τον οποίο τόσο οι φορείς, όσο και οι πολίτες αντιμετωπίζουν ως αυτό που είναι, δηλαδή ως δημόσιο χώρο. Ως κάτι μόνιμο και σταθερό και όχι ως κάτι αλά καρτ, το οποίο ο καθένας αξιοποιεί κατά το δοκούν για τις προσωπικές του ανάγκες, αδιαφορώντας για τις συνέπειες. Τα διπλοπαρκαρίσματα, η στάθμευση πάνω στις μπάρες για τα αμαξίδια «έστω και για 5 λεπτά», η μετακίνηση των τραπεζοκαθισμάτων για να κερδίσει το μαγαζί τέσσερα – πέντε καθίσματα είναι απαράδεκτα φαινόμενα. Εξίσου απαράδεκτα είναι τα «ατομικά» καφέ μπαρ που στήνουν για τον εαυτό τους και τους φίλους τους στα πεζοδρόμια, μπροστά στα καταστήματά τους πολλοί έμποροι. Σε ορισμένες, μάλιστα, περιπτώσεις με ψηλά σκαμπό, όπως τα κανονικά μπαρ.  

Ο δημόσιος χώρος στην παρούσα συγκυρία (έπρεπε να) είναι επίκαιρο θέμα κατ’ αρχήν λόγω των εκλογών της αυτοδιοίκησης. Διότι ο δημόσιος χώρος των πόλεων είναι αρμοδιότητα των δήμων. Επίσης, διότι στα ελληνικά πυκνοδομημένα αστικά κέντρα η σωστή διαχείριση και ο σεβασμός του δημοσίου χώρου είναι ο μοναδικός τρόπος για την αναβάθμιση του επιπέδου της καθημερινότητας των πολιτών. Για να εντοπίσουμε τα βασικά: Τίποτε ουσιαστικό δεν μπορεί αν επιτευχθεί εάν στα πεζοδρόμια δεν μπορούν να περπατήσουν άνθρωποι, μητέρες με καροτσάκια και Άτομα με Αναπηρία. Ούτε εάν στους δρόμους η κυκλοφορία δεν έχει μια στοιχειώδη ροή που να μην εγκλωβίζει επ’ αόριστον τους οδηγούς και τους επιβάτες. Ούτε εάν ο καθένας –κυρίως οι επαγγελματίες του εμπορίου και της εστίασης- βγάζουν ότι ώρα θέλουν τα ογκώδη απορρίμματά τους στα πεζοδρόμια του κέντρου και των συνοικιών, επειδή είτε δεν θέλουν, είτε δεν μπορούν να τα αποθηκεύσουν σε δικό τους χώρο, μέχρι να έρθει η προκαθορισμένη ώρα που περνούν τα απορριμματοφόρα.    

Για τη Θεσσαλονίκη το ζήτημα του δημοσίου χώρου είναι κεφαλαιώδους σημασίας. Η πόλη προσπαθεί να ενισχύσει την εξωστρέφεια της και να γίνει ελκυστική στους επισκέπτες, ώστε να εμπλουτίσει μέσω του τουρισμού τις πηγές παραγωγής πλούτου και δημιουργίας θέσεων εργασίας. Επίσης, καλό θα ήταν για τη Θεσσαλονίκη να ανακτήσει έστω ένα μικρό κομμάτι από την αύρα του κοσμοπολιτισμού, η οποία χαρακτήριζε την ατμόσφαιρά της στους πρώτους 22 αιώνες της ιστορίας της και αποτελούσε διαβατήριο για τον πρωταγωνιστικό της χαρακτήρα στην ευρύτερη περιοχή.

Δυστυχώς αυτά δεν είναι θέματα που απασχολούν την προεκλογική περίοδο στη Θεσσαλονίκη. Άλλωστε δεν είναι εύκολο να πας κόντρα στη νοοτροπία των ψηφοφόρων και να κερδίσεις. Οι υποψήφιοι δήμαρχοι, πρωτίστως, και οι υποψήφιοι περιφερειάρχες, δευτερευόντως, περιορίζονται συνήθως σε εντελώς συμβατικές τοποθετήσεις. Όσοι δεν προτάσσουν το στενό πολιτικό πλαίσιο της συγκυρίας –όσοι δηλαδή δεν διαφημίζουν την κομματική ή… ποδοσφαιρική στήριξη που εξασφάλισαν, κάτι σαν… διαβατήριο εξουσίας- αναλώνονται είτε σε γενικόλογες κουβέντες «για τη Θεσσαλονίκη που αξίζουμε», είτε σε διαβεβαιώσεις για καλύτερη και πιο ορθολογική διαχείριση των θεμάτων που υπάρχουν. Προφανώς τίποτε απ’ όλα αυτά δεν αρκούν για να γίνουν σοφότεροι οι πολίτες…

ΥΓ. Ο Γιάννης Μπουτάρης ήταν ο τελευταίος υποψήφιος δήμαρχος που κατάφερε να αλλάξει την ατζέντα της προεκλογικής περιόδου. Έκανε υπομονή και τελικά δικαιώθηκε, με την έννοια ότι οι Θεσσαλονικείς τον τίμησαν δύο φορές.

ΥΓ2. Η Δημοτική Αστυνομία επί ημερών Γιάννη Μπουτάρη ασχολείται κυρίως με το να κόβει κλήσεις για παράνομη στάθμευση. Προφανώς το θέμα αφορά δημόσιο χώρο, αλλά δεν είναι το μοναδικό.

ΥΓ3. Η πιο ουσιαστική κίνηση του δήμου Θεσσαλονίκης για να επιβάλλει σεβασμό στο δημόσιο χώρο είναι τα περίφημα πασαλάκια, που μακάρι να επεκταθούν.