Skip to main content

Το Καρτιέ Λατέν της Θεσσαλονίκης στα υπόγεια αναστενάζει!

Τους τελευταίους μήνες στην αγορά ακινήτων της Θεσσαλονίκης γίνεται το «έλα να δεις» στην κυριολεξία - Μεγάλη άνοδος στη ζήτηση

Ενώ κοντεύουν τα Χριστούγεννα υπάρχουν ακόμη γονείς που αναζητούν ένα μικρό σπίτι για να στεγάσει τον γιο φοιτητή ή την κόρη φοιτήτρια που πέρασε σε πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης. Πρόκειται για τα παιδιά ντόπιων οικογενειών, που άφησαν να περάσει το τσουνάμι του Οκτώβρη – Νοέμβρη, με τους φοιτητές, οι οποίοι έφτασαν στη Θεσσαλονίκη από άλλες περιοχές. Στόχος, βέβαια, ήταν χωρίς την πίεση της μαζικής ζήτησης να βρουν κάποιο σπίτι με ανεκτές προδιαγραφές και λογικό ενοίκιο για το παιδί που επιμένει να μείνει μόνο του. Πρόσφατα ένας πατέρας εξιστορούσε στην παρέα τις περιπέτειες του, ορισμένες εκ των οποίων ακούγονται… εξωφρενικές. Για παράδειγμα, ιδιοκτήτης ενός τέτοιου διαμερίσματος στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, το διαφήμιζε ως επιπλωμένο και οι ενδιαφερόμενοι που έσπευδαν αντίκρυζαν δύο πλαστικές καρέκλες, ένα πλαστικό τραπέζι, μία μεταφερόμενη –επίσης πλαστική- ντουλάπα κι ένα κρεβάτι. Ζητούσε μάλιστα ένα επιπλέον του συνήθους ενοίκιο ως εγγύηση για τα… έπιπλα, τα οποία θα μπορούσε να πάρει (;) μαζί του ο φοιτητής όταν αποφασίσει να φύγει και να αλλάξει στέγη.   

Σύμφωνα με πληροφορίες από παράγοντες του μεσιτικού χώρου τους τελευταίους μήνες στην αγορά ακινήτων της Θεσσαλονίκης γίνεται το «έλα να δεις» στην κυριολεξία. Η μεγάλη ζήτηση για μικρά διαμερίσματα, που οφείλεται στην επανάκαμψη των φοιτητών μετά την περσινή αποχή, αλλά και η αυξανόμενες ανάγκες νέων εργαζομένων, οι οποίοι θέλουν να ζήσουν μόνοι, έχει εκτοξεύσει στα ουράνια τα ενοίκια.

Η άνοδος της ζήτησης έχει ως αποτέλεσμα την αξιοποίηση ακινήτων, που τα πολλά τελευταία χρόνια βρέθηκαν στα αζήτητα, όχι μόνο της μεγάλης οικονομικής κρίσης στη δεκαετία του 2010, αλλά και της ανόδου του βιοτικού επιπέδου στην Ελλάδα από το 1980 μέχρι το 2010. Κάπως έτσι ακόμη και υπόγειες γκαρσονιέρες, που στις δεκαετίες του 1960 και του 1970, όταν κτίστηκαν οι περισσότερες πολυκατοικίες στο κέντρο της Θεσσαλονίκης εξυπηρετούσαν συγκεκριμένους σκοπούς, «αναδύονται» ξαφνικά στην επιφάνεια. Κάποιοι –ιδιώτες ή εταιρείες- αγοράζουν αυτά τα μικρά διαμερίσματα που συχνά βρίσκονται σε υποβαθμισμένες περιοχές του κέντρου, πολύ φτηνά. Μετά διαθέτουν λίγες χιλιάδες ευρώ για να τα ανακαινίσουν και να τα επιπλώσουν, ενώ όπου υπάρχει η δυνατότητα διαμορφώνουν τους εξωτερικούς χώρους, όπου υπάρχει έξοδος σε πρασιές, και τα βγάζουν στην αγορά μέσω ιστοσελίδων ή του Facebook προβάλλοντας τα ως… τεφαρίκια. Μάλιστα, οι πληροφορίες λένε ότι ζητούν υψηλά ενοίκια, τα οποία ενίοτε και κατοχυρώνουν. Σε αρκετές περιπτώσεις αυτά τα επιπλωμένα δωμάτια διατίθενται για βραχυχρόνιες μισθώσεις τύπου Airbnb, οι οποίες είχαν σχεδόν εκμηδενιστεί τα προηγούμενα χρόνια της απαγόρευσης των μετακινήσεων, αλλά όλοι βλέπουν ότι εμφανίζει σφυγμό όσο χαλαρώνουν τα μέτρα και ο κόσμος μαθαίνει να ζει με την πανδημία. Πολλοί, μάλιστα, πιστεύουν –και εύχονται εδώ που τα λέμε!- ότι η συγκεκριμένη η αγορά θα… αναστηθεί κανονικά μετά το πέρας της υγειονομικής περιπέτειας.

Το βέβαιον είναι –όπως επισημαίνουν παράγοντες της αγοράς ακινήτων- ότι σήμερα στη Θεσσαλονίκη πολλοί διαθέτουν «φύκια για μεταξωτές κορδέλες». Και το κάνουν οργανωμένα και ενίοτε επιτυχημένα. Στην ουσία –επιμένουν- πρόκειται για μία ιδιότυπη φούσκα με ημερομηνία λήξεως, αφού η επιστροφή της χώρας σε αναπτυξιακή τροχιά και η συνακόλουθη οικονομική και κοινωνική πρόοδος της Θεσσαλονίκης, στην οποία όλοι αυτοί επενδύουν ή μάλλον ποντάρουν, δημιουργεί ταυτόχρονα και ποιοτική αναβάθμιση των απαιτήσεων για στέγη.

Η άνοδος στις τιμές των οικοδομικών υλικών σε συνδυασμό με την πολύ μεγάλη πίεση που δέχθηκε ο κατασκευαστικός κλάδος την προηγούμενη δεκαετία ευνοεί –τουλάχιστον στην περίπτωση της ασφυκτικής Θεσσαλονίκης- τα παλαιά ακίνητα. Αλλά όλα –ακόμη και η ασύδοτη αγορά του «τόσα δίνω, πόσα θες»- οφείλει να υπακούει σε ορισμένους κανόνες. Δυστσυχώς στην Ελλάδα το σύνηθες είναι όσοι μπορούν να ψαρεύουν σε θολά νερά. Άλλωστε, όπως διαβεβαίωσε κάποτε -στη χρυσή για την αυθαίρετη δόμηση στη Χαλκιδική δεκαετία του 1990- ένας κατασκευαστής αυθαιρέτων σε κάποιον ενδιαφερόμενο, ο οποίος εκτίμησε ότι το αποτέλεσμα θα είχε συγκεκριμένα προβλήματα, «για όλα υπάρχει ο πελάτης». Με απλά λόγια: αν δε συμφωνήσεις εσύ, κάποιος άλλος θα βρεθεί. Τι κι αν πέρασαν 30 χρόνια από τότε; Στην Ελλάδα, στις περισσότερες περιπτώσεις, ο χρόνος κυλάει αργά. Σε αυτή τη λογική –και μέχρι ο χρόνος να προχωρήσει και να φτάσει στο 2021, όπως πεισματικά δείχνει το ημερολόγιο- κάποιοι θα εξακολουθήσουν να πουλάνε τη Θεσσαλονίκη, όπως το Καρτιέ Λατέν στο Παρίσι, όπου μια σοφίτα των 9 ή των 12 τετρ. μέτρων πωλείται 50.000, 60.000 ή 80.000 ευρώ.

ΥΓ. Η επιδότηση του κράτους για τη φοιτητική στέγη, που φέτος επεκτάθηκε και στους σπουδαστές των ΙΕΚ, αύξησε τη ζήτηση, αφού για να την εισπράξει κάποιος πρέπει να νοικιάσει σπίτι. Η αύξηση της ζήτησης οδηγεί σε άνοδο των τιμών, σωστά; Ως γνωστόν στην Ελλάδα λειτουργεί ένα ιδιότυπο σύστημα ελεύθερης οικονομίας, που όμως μοιάζει περισσότερο με ημικρατική, αφού υπάρχει διαρκής αιμοδοσία από τα δημόσια ταμεία.