Skip to main content

Μητσοτάκης σε CNBC: Θα επαναφέρω την Ελλάδα σε επενδυτική βαθμίδα

«Θα στείλουμε επίσης ένα πολύ ξεκάθαρο μήνυμα στις κεφαλαιαγορές ότι μιλάμε σοβαρά» τόνισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης σε συνέντευξή του στο CNBC.

Στο σχέδιό του να μειώσει τους φόρους για τις εγχώριες και τις ξένες επιχειρήσεις αναφέρθηκε ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκος Μητσοτάκης σε συνέντευξή του στο αμερικανικό δίκτυο CNBC, κάνοντας λόγο για μια «επιθετική και ολοκληρωμένη φορολογική μεταρρύθμιση».

«Είναι κάτι που μπορούμε να υλοποιήσουμε μέσα στον πρώτο μήνα (διακυβέρνησης)», δήλωσε ο κ. Μητσοτάκης. Οι προτάσεις του περιλαμβάνουν ένα σχέδιο για μείωση του συντελεστή φορολογίας για τις επιχειρήσεις στο 20% σε δύο χρόνια, σημειώνεται στο δημοσίευμα του CNBC.

«Θα στείλουμε επίσης ένα πολύ ξεκάθαρο μήνυμα στις κεφαλαιαγορές ότι μιλάμε σοβαρά. Έχω δεσμευθεί να καταφέρω να επαναφέρω την Ελλάδα σε επενδυτική βαθμίδα (investment grade) μέσα σε 18 μήνες», δήλωσε ο κ. Μητσοτάκης.

«Αυτό που χρειάζεται η Ελλάδα δεν είναι ανάπτυξη 2%. Δεν πρόκειται αυτό να κάνει τη διαφορά. Χρειαζόμαστε ανάπτυξη τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα στο 4%. Αυτός θα είναι ο στόχος που θα πρέπει πραγματικά να θέσουμε και οι πιστωτές μας θα είναι ευχαριστημένοι», συνέχισε ο ίδιος.

«Ο κ. Τσίπρας έχει συμφωνήσει σε πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% έως το 2022. Νομίζω ότι αυτός είναι πολύ, πολύ αυστηρός, ένας πολύ αυστηρός στόχος. Έχω πει εξαρχής ότι σέβομαι τις συμφωνίες της σημερινής κυβέρνησης, αλλά έχω πει επίσης στους Ευρωπαίους εταίρους μου ότι, εάν καταφέρουμε να υλοποιήσουμε πραγματικές μεταρρυθμίσεις, θα πρέπει να ανταμειφθούμε με μικρότερα πρωτογενή πλεονάσματα, τουλάχιστον το 2021 και το 2022», δήλωσε ο κ. Μητσοτάκης.

«Δεν έχει να κάνει με αντιπαράθεση. Σε τελική ανάλυση είτε έχουμε ένα πρωτογενές πλεόνασμα, ας πούμε το 2021 ύψους 3% ή 2,5%, δεν θα κάνει μεγάλη διαφορά σε ό,τι αφορά τη βιωσιμότητα του συνολικού χρέους. Αλλά σε επίπεδο συμβολισμού θα είναι ανταμοιβή για μια χώρα που πραγματικά προχωρεί σε ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις», πρόσθεσε ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας.

Ακολουθούν τα σημεία της συνέντευξης όπως δημοσιοποιήθηκαν από το διεθνές τηλεοπτικό δίκτυο:

-Ας μιλήσουμε για το πρωτογενές πλεόνασμα: Η Ελλάδα κατόρθωσε να υπερκαλύψει τους στόχους. Δεν στέλνει αυτό ένα θετικό μήνυμα;
 
-Πιστεύω ότι στέλνει το λάθος μήνυμα, υπό την έννοια ότι έχουμε επιβαρυνθεί με υπερβολική λιτότητα. Ο λόγος που έχουμε υπερβεί τους στόχους είναι ότι η κυβέρνηση υπερφορολόγησε τη μεσαία τάξη γιατί θέλησε να δημιουργήσει μεγαλύτερο πλεόνασμα ακόμη κι από αυτό που της ζητήθηκε, προκειμένου να το χρησιμοποιήσει για προεκλογικές παροχές. Αυτή όμως είναι μια εντελώς λανθασμένη πολιτική. Πρέπει να επιμείνουμε στους στόχους μας, αλλά όταν προκύπτει δημοσιονομικός χώρος αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να μειώνουμε τους φόρους.
 
Πιστεύω δε ότι η μείωση των φόρων θα αυξήσει και τη φορολογική συμμόρφωση σε μια οικονομία στην οποία παρατηρούνται τάσεις φοροδιαφυγής. Ο κ. Τσίπρας έχει συμφωνήσει σε πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2022. Θεωρώ τον στόχο αυτόν υπερβολικά αυστηρό. Έχω εξαρχής δηλώσει ότι θα σεβαστώ τις συμφωνίες που έχει κάνει η παρούσα κυβέρνηση. Ωστόσο έχω επίσης καταστήσει σαφές στους ευρωπαίους εταίρους μας, ότι εφόσον κατορθώσουμε να ολοκληρώσουμε πραγματικές μεταρρυθμίσεις, θα πρέπει να λάβουμε ως επιβράβευση τη μείωση των στόχων για πρωτογενή πλεονάσματα. Και αυτό πρέπει να γίνει ήδη από το 2021 και το 2022. Δυστυχώς η κατάρτιση του προϋπολογισμού για το 2020 είναι πολύ κοντά για να αρχίσει να ισχύει κάποια αλλαγή νωρίτερα. Αυτό επομένως που ζητώ είναι πολύ συγκεκριμένο: δώστε μου 12 μήνες να πείσω τους πιστωτές μας και τις διεθνείς αγορές, ότι πραγματικά εννοούμε όσα λέμε. Ότι η Ελλάδα μπορεί στ' αλήθεια να αλλάξει και να αποκτήσει η ίδια την ιδιοκτησία του μεταρρυθμιστικού της προγράμματος, ώστε οι μεταρρυθμίσεις που κάνουμε να μην γίνονται, επειδή κάποιος μας τις επιβάλλει, αλλά επειδή πιστεύουμε στις μεταρρυθμίσεις που εμείς οι ίδιοι έχουμε προτείνει. Μεταρρυθμίσεις που θα δώσουν ώθηση στην ανάπτυξη αλλά θα διατηρούν παράλληλα το κοινωνικό τους χαρακτήρα. Εφόσον, λοιπόν, συμβούν όλα αυτά, θα κάνουμε σε 12 μήνες μια συζήτηση για την επαναδιαπραγμάτευση των στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα.
 
-Ακριβώς αυτό ήθελα να σας ρωτήσω. Εννοείτε δηλαδή ότι τον πρώτο σας χρόνο στην κυβέρνηση θα ζητήσετε την επαναδιαπραγμάτευση του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5%;
 
-Θα το κάνω με πνεύμα καλής πίστης. Θα μιλήσω με τους Ευρωπαίους πιστωτές μας.
 
-Πως σκοπεύετε να προσεγγίσετε αυτές τις συζητήσεις;
 
-Με καλή πίστη και πάντοτε με πνεύμα συνεργασίας. Εδώ δεν πρόκειται για αντιπαράθεση. Και τελικά αν έχουμε ένα πρωτογενές πλεόνασμα το 2021 για παράδειγμα στο 3% ή στο 2,5%, αυτό δεν θα διαφοροποιήσει σημαντικά την ευρύτερη βιωσιμότητα του χρέους μας. Αλλά ακόμη και σε συμβολικό επίπεδο θα ήταν μια ανταμοιβή για μια χώρα που υλοποιεί ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις. Επίσης, δέσμευσή μου ότι όποιος κι αν είναι ο δημοσιονομικός χώρος που μπορώ να διαπραγματευτώ, το 80% θα κατευθυνθεί σε μειώσεις φόρων.  
 
Ερωτηθείς τέλος για την πρόσφατη έκδοση ομολόγου από την Ελλάδα αλλά και για το ενδιαφέρον που αρχίζουν να δείχνουν θεσμικοί επενδυτές ο κ. Μητσοτάκης αναφέρει:
 
«Προφανώς και μας ενδιαφέρει να προσελκύσουμε τους μακροπρόθεσμους επενδυτές. Θα σας έλεγα μάλιστα ότι καθώς πλησιάζουμε στις εκλογές, οι αγορές θα αρχίσουν να λαμβάνουν υπόψιν τους και την πιθανή πολιτική αλλαγή. Εάν οι αγορές μάλιστα πεισθούν από την προοπτική που τους παρουσιάζουμε είναι πολύ πιθανό ότι τα πράγματα θα αρχίσουν να βελτιώνονται ήδη από τώρα ενόψει των εκλογών. Και αυτό θα είναι πολύ καλό για την Ελλάδα. Ουδέποτε υπήρξα αυτός που υπονομεύει τη χώρα του για να κερδίσει οποιουδήποτε είδους πολιτικό όφελος. Θυμάμαι τον κ. Τσίπρα το 2014 να αποθαρρύνει τους επενδυτές για να μην επενδύσουν στην Ελλάδα. Εγώ ποτέ δεν έλεγα κάτι τέτοιο και πάντα θα λέω επενδύστε στην Ελλάδα, επενδύστε στη χώρα μας. Αν θέλετε να το κάνετε μάλιστα περιμένοντας μια πολιτική αλλαγή, όχι μόνον είστε ευπρόσδεκτοι αλλά θα έχετε το πλεονέκτημα να προηγείστε των εξελίξεων. Επομένως υποστηρίζω πως αν οι αγορές αντιδράσουν θετικά στο διάστημα των επόμενων μηνών, αυτό θα ήταν μια πολύ ευπρόσδεκτη εξέλιξη. Επιτρέψτε μου να το εξηγήσω λίγο περισσότερο. Σε μια εποχή που μιλάμε πολύ για τους λαϊκιστές, για τις εξελίξεις στην υπόλοιπη Ευρώπη και τις απειλές της πολιτικής αστάθειας, μπορεί στην Ελλάδα να υπάρξει μια κεντροδεξιά, μετριοπαθής, μεταρρυθμιστική κυβέρνηση με ισχυρή πολιτική εντολή. Αυτό θα σήμαινε ότι δεν υπάρχει πολιτικός κίνδυνος, και ότι ο κίνδυνος πολιτικής αβεβαιότητας θα έχει βγει πια από την εξίσωση. Πιστεύω ότι αυτό είναι σημαντικό για τους διεθνείς επενδυτές καθώς αναλύουν ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ».