Skip to main content

Το τρίπτυχο σωτηρίας του ελληνικού τραπεζικού συστήματος

Ανάλυση για τη Voria.gr του Δρ. Νικόλαου Γεωργικόπουλου, επιστημονικού συνεργάτη του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, μέλους της Επιτροπής Χρηματοπιστωτικών Αγορών του ΟΟΣΑ και ερευνητή του Κέντρου Προγ
Πριν από δύο χρόνια περίπου, εξέθετα κάποιους από τους προβληματισμούς μου ως ερευνητής στα χρηματοοικονομικά σε επιστημονικά συνέδρια και σε οικονομικά έντυπα για το «μέλλει γενέσθαι» του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.

Εκείνη την περίοδο, υποστήριζα ότι η ενίσχυση της κεφαλαιακής επάρκειας, η βελτίωση της κεφαλαιακής διάρθρωσης και η συνετότερη διαχείριση κινδύνων των ελληνικών τραπεζικών ομίλων θα ισχυροποιήσουν τις αντιστάσεις των ελληνικών τραπεζών και κατά αυτόν τον τρόπο θα παραμείνει υγιές το ελληνικό τραπεζικό σύστημα από κινδύνους είτε προερχόμενοι από την εσωτερική αγορά είτε από τα Βαλκάνια και την Νοτιοανατολική Μεσόγειο. Εκ των υστέρων, ποτέ δεν μετάνιωσα γι’ αυτήν την «εμμονή» στο παραπάνω «τρίπτυχο της σωτηρίας» σχετικά με τα πιστωτικά ιδρύματα. Θεωρώ ότι όπως εξελίχθηκαν τα γεγονότα, το τρίπτυχο αυτό ήταν και παραμένει μία τεκμηριωμένη επιστημονική εισήγηση για την αντιμετώπιση της αβεβαιότητας που εξακολουθεί να υφίσταται έως και σήμερα στις χρηματοπιστωτικές αγορές.

Παρακάτω θα εκθέσω συνοπτικά τις πρόσφατες εξελίξεις του τραπεζικού μας συστήματος αναφορικά με την κεφαλαιακή επάρκεια, την κεφαλαιακή διάρθρωση και την διαχείριση του πιστωτικού κινδύνου.

Καταρχάς, η κεφαλαιακή επάρκεια των εισηγμένων τραπεζικών ομίλων βελτιώθηκε τόσο σε ό,τι αφορά τον γενικό Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας (Δ.Κ.Ε.) (α΄ εξάμηνο του 2009 ήταν 10,9% έναντι 9,4% το 2008), όσο και σε ό,τι αφορά τον Δ.Κ.Ε. με βασικά ίδια κεφάλαια (Tier I) (α΄ εξάμηνο του 2009 ήταν 9,6% έναντι 7,8% το 2008). Η εξέλιξη αυτή οφείλεται, κυρίως, στην έκδοση προνομιούχων μετοχών στο πλαίσιο του κυβερνητικού προγράμματος στήριξης της ελληνικής οικονομίας και στην επιτυχή ολοκλήρωση των αυξήσεων του μετοχικού κεφαλαίου ορισμένων τραπεζικών ομίλων. Πρέπει να επισημανθεί ότι ο αντίστοιχος  γενικός Δ.Κ.Ε. για τις τράπεζες της ΕΕ ήταν 11,7%  ενώ ο Δ.Κ.Ε. με βασικά ίδια κεφάλαια (Tier I) ήταν 8,3% το 2008.
Η κεφαλαιακή διάρθρωση των ελληνικών εισηγμένων τραπεζικών ομίλων βελτιώθηκε το 2009 καθότι υπήρχε αύξηση των βασικών ιδίων κεφαλαίων (Tier I) κατά 23,5% το α΄ εξάμηνο του 2009 έναντι του 2008, παρά το γεγονός ότι υπήρχε μείωση κατά 19% των υβριδικών κεφαλαίων που αναγνωρίζονται ως Tier I.

Η βελτίωση της ποιότητας των κεφαλαίων που επήλθε σε μια περίοδο οικονομικής ύφεσης με τη συνδρομή και του κυβερνητικού «πακέτου» στήριξης αποτελεί μια επιπλέον θωράκιση του συστήματος, το οποίο παρουσιάζει καλύτερη εικόνα σε σχέση και με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Συγκεκριμένα, τα βασικά ίδια κεφάλαια (Tier I) αποτελούν περίπου το 90% του συνόλου των εποπτικών ιδίων κεφαλαίων το α΄ εξάμηνο του 2009 ενώ ο αντίστοιχος μέσος όρος για όλους τους ομίλους της ΕΕ είναι 71% το 2008.

Επιπλέον, εξαιτίας των δυσμενών εξελίξεων στην πραγματική οικονομία, την επιδείνωση του μακροοικονομικού περιβάλλοντος και την υψηλή έκθεση στον πιστωτικό κίνδυνο, οι τραπεζικοί όμιλοι προέβησαν σε αύξηση των προβλέψεων χρήσης για τις επισφαλείς απαιτήσεις κατά 152,4% το α΄ εξάμηνο του 2009 σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2008. Παρά το γεγονός, όμως, ότι υπήρχε αξιοσημείωτη αύξηση στις προβλέψεις, η μεγαλύτερη αύξηση των καθυστερήσεων είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση του δείκτη των καθυστερούμενων απαιτήσεων από προβλέψεις.

Συμπερασματικά, το ελληνικό τραπεζικό σύστημα παραμένει ανθεκτικό και υγιές. Ωστόσο, η αύξηση του πιστωτικού κινδύνου, η ενδεχόμενη επιμήκυνση της ύφεσης τόσο στην Ελλάδα όσο και στις χώρες της Νοτιοανατολικής και Αναπτυσσόμενης Ευρώπης αλλά και το υψηλό χρέος του ελληνικού δημοσίου μπορούν να επηρεάσουν τόσο τη δυνατότητα όσο και το κόστος δανεισμού. Για τη διατήρηση της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος θα πρέπει να ληφθούν άμεσα μέτρα που ως στόχο θα έχουν την έξοδο της ελληνικής οικονομίας από την ύφεση και την αναπροσαρμογή της στρατηγικής χρηματοδότησης των πιστωτικών ιδρυμάτων.

ΟΔρΝίκολαος Γεωργικόπουλος είναι ερευνητήςστα χρηματοοικονομικά στο ΚέντροΠρογραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών(ΚΕΠΕ). Επιστημονικός Συνεργάτης(επισκέπτης) του Πανεπιστημίου της ΝέαςΥόρκης (New York University - Stern School of Business).Μέλος της Επιτροπής ΧρηματοπιστωτικώνΑγορών του ΟΟΣΑ.


Να σημειωθεί ότιοι γνώμες και οι κρίσεις που περιέχει το άρθροείναι του ερευνητή και δεν αντιπροσωπεύουναναγκαία γνώμες ή κρίσεις τωνπροαναφερθέντων οργανισμών.