Skip to main content

Τζόγος, ένας ύπουλος εθισμός: Ιστορίες ανθρώπων που έφτασαν στο χείλος του γκρεμού

«Έχω δει άρρωστες καταστάσεις, άνθρωπο 60 χρονών να ορκίζεται στο νεκρό παιδί του ότι δεν θα παίξει ξανά και να μην κρατά την υπόσχεσή του...»

«Ήμουν άρρωστος, δυστυχισμένος, δεν με κάλυπτε τίποτα, ξυπνούσα και κοιμόμουν με το μυαλό μου στο τζογάρισμα. Είναι μια αρρώστια σταδιακή, μέρα με τη ημέρα χειροτερεύει, δεν έχει πάτο το βαρέλι. Δέκα χρόνια που έπαιζα, κάθε ημέρα ήταν χειρότερη από την άλλη», με αυτά τα λόγια ο Μ. εξομολογείται στη Voria.gr την εξάρτησή του από τον τζόγο αλλά και την προσπάθεια που ξεκίνησε τους τελευταίους μήνες να μείνει «καθαρός» και να μπορέσει να δει με περισσότερη αισιοδοξία το μέλλον.

Ο Μ. σήμερα είναι 30 χρονών, ένα όμορφο, συγκροτημένο παλληκάρι, που έφτασε μέχρι το χείλος του γκρεμού, όμως την τελευταία στιγμή άλλαξε ρότα για τη ζωή. Μια ζωή που, όπως εκμυστηρεύτηκε στη Voria.gr, έχανε μέσα από τα χέρια του, καθώς δεν είχε κανένα άλλο ενδιαφέρον και τίποτα δεν τον συγκινούσε εκτός από το να τζογάρει, είτε σε παράνομες λέσχες είτε σε ηλεκτρονικά μέσα από τον υπολογιστή του ή το κινητό του τηλέφωνο.

Η επαφή του με τον τζόγο ξεκίνησε από την εφηβική του σχεδόν ηλικία και σταδιακά του έγινε εμμονή. «Για τουλάχιστον 10 χρόνια ο εθισμός στον τζόγο ήταν η καθημερινότητά μου, δεν περνούσε ημέρα που να μην παίξω ή να μη σκεφτώ να παίξω, είχε γίνει ο Θεός μου, ήταν τα πάντα, μου έτρωγε όλη την ενέργεια της ημέρας, από το πρωί που ξυπνούσα μέχρι το βράδυ που θα έπεφτα για ύπνο, αν έπεφτα για ύπνο. Ήταν ο μοναδικός μου στόχος. Ξεκίνησα από το Λύκειο, όπου είχα μπλέξει με συνδέσμους οπαδών, από κει ήρθα πρώτη φορά σε επαφή με διάφορες καταστάσεις, με τζόγο, με βία, με ναρκωτικά. Συνεχίζοντας αργότερα τις σπουδές μου ξεκίνησα να παίζω στοίχημα διαδικτυακό και σε πρακτορεία καθώς και πόκερ είτε πηγαίνοντας σε λέσχες είτε ηλεκτρονικά» αναφέρει.

Χρήματα έβρισκε από τους γονείς του, οι οποίοι κατά τη διάρκεια των σπουδών στο εξωτερικό τού έδιναν ένα μηνιάτικο, το οποίο όσο εθίζονταν δεν έφτανε με αποτέλεσμα να αναγκάζεται να σκαρφίζεται διάφορα ψέματα προκειμένου αυτοί να του στείλουν περισσότερα χρήματα.

Αργότερα όταν επέστρεψε και έπιασε δουλειά με έναν καλό μισθό τα χρήματα πάλι δεν του έφταναν. «Έφτασα σε σημείο να κλέβω χρήματα από τους γονείς μου για να παίζω, και όταν δεν έφταναν ούτε αυτά ξεκίνησα να δανείζομαι. Μοναδική μου έγνοια ήταν να έχω λεφτά να παίζω, δεν ήθελα να φύγω από παιχνίδι στο δίωρο, χωρίς να φτιαχτώ, να ντοπαριστώ».

Όπως εξηγεί ο ίδιος ο εθισμός του είχε αντίκτυπο τόσο στις οικογενειακές όσο και στις φιλικές και ερωτικές του σχέσεις. «Η σχέση με τους γονείς μου δηλητηριάστηκε, σε κάποια φάση αναγκάστηκα να το παραδεχτώ, γιατί τους ζήτησα να με ξελασπώσουν οικονομικά, υπήρχαν εντάσεις και τσακωμοί. Τα ερωτικά ήταν για μένα σε τελευταία μοίρα, δεν με απασχολούσαν καθόλου ειδικά τα τελευταία πέντε χρόνια που άρχιζα να εθίζομαι περισσότερο. Όσους αξιόλογους φίλους είχα τους έκανα στην άκρη, τους θεωρούσα βαρετούς και τους περιφρονούσα. Είχα κάνει άλλο κύκλο από ανθρώπους που ήταν αντίστοιχα τζογαδόροι».

Ο Μ. υπογραμμίζει ότι αρχικά δεν καταλάβαινε τον εθισμό, καθώς όπως λέει «γλυκαίνονταν» από το «μέλι» και έπειθε τον εαυτό του «ότι δεν θα γίνει σαν τους άλλους», ωστόσο όσο περνούσαν τα χρόνια και έχανε περισσότερα λεφτά η αρχική απόλαυση έφυγε και έγινε καταναγκασμός, με τον ίδιο να δημιουργεί την πλαστή εικόνα στο μυαλό του «ότι πρέπει να παίξω για να ρεφάρω αυτό που έχω χάσει».

Ακόμη και όταν έχανε μεγάλα ποσά, έλεγε το βράδυ που έπεφτε για ύπνο ότι δεν θα παίξει ξανά, όμως το πρωί που ξυπνούσε είχε γεμίσει τις μπαταρίες του και «ξεκινούσε για νέες περιπέτειες».

Το θετικό για τον Μ. ήταν ότι αυτές οι περιπέτειες που έφταναν μέχρι τον δανεισμό δεν του στοίχησαν περαιτέρω. «Ευτυχώς δεν έφτασα στο σημείο να δανειστώ χρήματα από άτομα που δεν έπρεπε, ωστόσο έπαιζα ‘’αέρα’’ σε παράνομες στοιχηματικές, όπου ήταν επιτακτική η ανάγκη να βρω τα λεφτά. Δεν με απειλούσαν αλλά μου ασκούσαν μεγάλη ψυχολογική πίεση για να ξεχρεώσω ‘’πλησιάζει η ημερομηνία, τα έχεις’’;».

Ζώντας μέσα σε αυτό το παράλληλο σύμπαν, ο Μ. γνώρισε ανθρώπους που έχασαν στον τζόγο ό,τι είχαν και δεν είχαν: περιουσίες, σπίτια, επιχειρήσεις, οικογένειες. «Έχω δει άρρωστες καταστάσεις, άνθρωπο 60 χρονών να ορκίζεται στο νεκρό παιδί του ότι δεν θα παίξει ξανά και να μην κρατά την υπόσχεσή του» αναφέρει.

Για τον 30χρονο η τελευταία φορά που αναγκάστηκε να παρακαλέσει τους γονείς του για χρήματα προκειμένου να ξελασπώσει υπήρξε μια πολύ μεγάλη οικογενειακή σύγκρουση, όπου οι γονείς του σε μια προσπάθεια να τον σώσουν του είπαν ότι θα του δώσουν για μια τελευταία φορά και στη συνέχεια θα απευθύνονταν σε κάποιο κέντρο απεξάρτησης.

«Στην αρχή είπα εντάξει για να πάρω τα λεφτά, αυτό με ένοιαζε εκείνη τη στιγμή. Ο πατέρας μου όμως έψαξε, βρήκε το Κέντρο ΟΑΣΙΣ και τον κ. Διαμιανό και από την πρώτη διαδικτυακή συνεδρία μαζί του ένιωσα ότι είναι άνθρωπος που μπορεί να με καταλάβει. Συνεδρίες διαδικτυακές έκανα για 4-5 μήνες λόγω της πανδημίας και στο δια ζώσης στο κέντρο έρχομαι το τελευταίο δίμηνο περίπου».

Το μήνυμα που στέλνει μέσω της Voria.gr στους ανθρώπους που έχουν εθιστεί είναι να ζητήσουν βοήθεια όσο πιο γρήγορα γίνεται και να απευθυνθούν σε ειδικούς.

Ο Διαμιανός Δουίτσης, σύμβουλος απεξάρτησης στο κέντρο απεξάρτησης «ΟΑΣΙΣ», υπήρξε και ο ίδιος τζογαδόρος. Αποκαλύπτει στη Voria.gr ότι ως παιδί έπαιζε μπίλιες αλλά με λεφτά και αργότερα σαν έφηβος στη «γαλλική καραμπόλα» έπαιζε βάζοντας στοιχήματα. «Ένα ωραίο χόμπι, που θέλει μυαλό και καλή παρέα, εγώ το μετέτρεψα σταδιακά σε αρρώστια από το πάθος μου, το ίδιο έγινε και με τα χαρτιά» αναφέρει και συνεχίζει: «Έπαιζα αυτά που είχα, τζογαδόρος σημαίνει παίζω αυτά που έχω σήμερα, αυτά που θα βρω. Αργότερα όταν είχα σαν επιχειρηματίας περισσότερα χρήματα έπαιζα περισσότερα».

Στη Θεσσαλονίκη υπογραμμίζει ότι υπήρχαν άνθρωποι που έχουν παίξει τρομερά ποσά στο τζόγο, φέρνοντας για παράδειγμα μεγαλο-εργολάβο, με πολύ μεγάλη περιουσία, την οποία έπαιξε όλη στο καζίνο. Και τα δράματα δεν έχουν τέλος, όπως υπογραμμίζει ο κ. Δουίτσης, λέγοντας ότι αστυνομικός με δύο παιδιά τίναξε τα μυαλά του στον αέρα από τα χρέη λόγω του τζόγου. «Εγώ έκανα θεραπεία διαδικτυακά στα μέλη της ομάδας, ο συνάδελφός του, επίσης αστυνομικός που έπαιζε, ήρθε έκανε τη θεραπεία που χρειαζόταν, ο άλλος δεν την έκανε, τα έχασε, είχε πρόσβαση εύκολη στο υπηρεσιακό του περίστροφο και τίναξε τα μυαλά του στον αέρα».

Ο κ. Δουίτσης υπογραμμίζει τον ρόλο που έπαιξε ο εγκλεισμός κατά τη διάρκεια των lockdown οπότε αυξήθηκε κατακόρυφα ο ηλεκτρονικός τζόγος. «Πλέον παίζεις από το κινητό σου τηλέφωνο, δεν χρειάζεται να πας σε κάποια λέσχη ή σε καζίνο, είναι τόσο εύκολη η πρόσβαση που κάθεσαι στο σαλόνι, η γυναίκα σου είναι δίπλα σου και εσύ στοιχηματίζεις τα λεφτά του σούπερ μάρκετ. Οι περισσότερες διαφημίσεις αφορούν ηλεκτρονικά καζίνο, αυτό δείχνει ότι υπάρχει τζίρος, ο άνθρωπος είναι σε μια δυσκολία, βλέπει το μέλλον δυσοίωνο και καταφεύγει σε αυτό. Υπάρχει τρομερή έξαρση και το καταλαβαίνω από τις μετρήσεις αλλά και από τα τηλεφωνήματα που δέχομαι κάθε ημέρα στο κέντρο. Παίρνουν, κλαίνε και σπαράζουν».

Περιγράφοντας το πόσο δύσκολη είναι η εξάρτηση από τον τζόγο ο κ. Δουίτσης αναφέρει: «Ο εθισμός στον τζόγο είναι πιο δύσκολος απ’ όλους, γιατί η αρρώστια του τζογαδόρου είναι στο μυαλό του, δεν υπάρχει κάτι πάνω του που να του δείξει ότι είναι άρρωστος, ο πρεζάκιας πχ έχει το χάλι του, το βλέπει, όπως ο αλκοολικός που θα πέσει, θα τρακάρει, θα τα κάνει πάνω του, έχουν δηλαδή σημάδια που φαίνεται ότι κάτι δεν πάει καλά. Ο τζογαδόρος όμως φροντίζει όλη η βιτρίνα του να είναι τακτοποιημένη».

Ο ίδιος θεώρησε χρέος και καθήκον του προς τον συνάνθρωπο από τη στιγμή που κατάφερε να βγει από τη στενωπό και να τιθασεύσει τους δαίμονές του να μεταλαμπαδεύσει αυτή τη γνώση και να βοηθήσει άλλους ανθρώπους. Έτσι αποφάσισε το 2002 να ιδρύσει τη Μη Κερδοσκοπική Οργάνωση «ΟΑΣΙΣ», έναν χώρο με φιλικό περιβάλλον και ειδικούς στο θέμα των εξαρτήσεων, όπου τα άτομα που αντιμετωπίζουν προβλήματα να μπορούν να βρουν θεραπευτικές λύσεις και παράλληλα να περνούν τον ελεύθερό τους χρόνο συμμετέχοντας σε δραστηριότητες γνώσεων και δεξιοτήτων.  

Η Σουζάνα, ψυχολόγος στην «ΟΑΣΙΣ», αναφερόμενη στον εθισμό και τις συνέπειες που επιφέρει στο άτομο επισημαίνει: «Είναι πολύ ύπουλο το πώς επηρεάζονται αυτά το άτομα, πρώτα χαλάει η εικόνα που έχουν για τον εαυτό τους και στη συνέχεια η εικόνα που έχουν για τον κόσμο. Επηρεάζονται οι οικογενειακές, οι φιλικές, οι ερωτικές, οι εργασιακές τους σχέσεις».

Υπογραμμίζει τον κίνδυνο που ελλοχεύει πίσω από τα αθώα διαδικτυακά παιχνίδια στα οποία μπορεί να έχουν πρόσβαση τα μικρά παιδιά μέσω των έξυπνων συσκευών λέγοντας ότι ο εγκέφαλος προγραμματίζεται και εξασκείται από τη μικρή ηλικία, έτσι αργότερα κατά την ενηλικίωση μπορεί να δημιουργηθεί πιο εύκολα ένας εθισμός. «Οποιαδήποτε επαφή με τυχερά παιχνίδια, έστω και το αθώο πόκερ στο fb, με ψηφιακά χρήματα, εξασκείς την τάση για αδρεναλίνη και αποτελεί έναν πρόδρομο εξάρτησης».

Η Μαρία, ψυχολόγος, κάνει την πρακτική της άσκηση στο κέντρο απεξάρτησης από τον Αύγουστο και πρόσφατα είχε μια σκληρή εμπειρία ακούγοντας έναν άνθρωπο που επισκέφτηκε την «ΟΑΣΙΣ» να περιγράφει τα δεινά που του προκάλεσε ο εθισμός από τον τζόγο: «Αυτός ο άνθρωπος ήταν από μια πολύ ευκατάστατη οικογένεια, έχασε όλη του την περιουσία στον τζόγο, μπήκε φυλακή και έχασε τους γονείς του, οι οποίοι δεν άντεξαν το βάρος να βλέπουν σε αυτή την κατάσταση το παιδί τους και αυτοκτόνησαν».

Ζητούμενο σύμφωνα με τους ειδικούς παραμένει ο ρόλος του κράτους τόσο στην προστασία των πολιτών από την ανεξέλεγκτη δράση των στοιχηματικών εταιρειών, των καζίνο και των τυχερών παιγνίων, τα έσοδα των οποίων ανέρχονται σε δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όσο και στη χρηματοδότηση δομών και κέντρων απεξάρτησης.