Skip to main content

30άρης ή 80άρης ο «μπροστινός» στα νυχτερινά κέντρα της Θεσσαλονίκης

Η καριέρα κάθε «μπροστινού» ή «αυτοφωράκια» διαρκεί λίγα χρόνια, ενώ οι πραγματικοί «ιδιοκτήτες της νύχτας» είναι παντοτινοί.

Τι 30, τι 40, τι 50 λέει ένα τραγουδάκι του παλαιού καλού ελληνικού κινηματογράφου, αλλά για τον κόσμο της επιχειρηματικότητας της νύχτας τέτοιο εύρος ηλικιών δεν ενδιαφέρει κανέναν. Εξηγούμαστε: Είναι γνωστό ότι πολλά από τα νυχτερινά μαγαζιά, δηλαδή τα μπουζουξίδικα, τα after, αλλά και τα κοσμικά κέντρα, λειτουργούν με… «μπροστινούς». Πολύ απλά, σε πολλές περιπτώσεις οι πραγματικοί ιδιοκτήτες και διαχειριστές είναι αόρατοι. Τη θέση τους παίρνουν οι… αυτοφωράκηδες, μόνο που ο ρόλος τους δεν εξαντλείται στο να καθίσουν στο εδώλιο για κάποια παράβαση, ούτε στο να περάσουν μία νύχτα στο κρατητήριο. Η εμπειρία των ελεγκτών της ΑΑΔΕ που είναι επιφορτισμένοι με το κυνήγι της φοροδιαφυγής και του οικονομικού εγκλήματος γενικότερα δείχνει ότι οι συγκεκριμένοι «μπροστινοί» έχουν στις πλάτες τους ολόκληρες επιχειρήσεις.

Η εικόνα τους στα χαρτιά είναι τόσο ειδυλλιακή, που ειδικά για τους νεότερους πολλοί πατεράδες και πολλές μανάδες θα τους ονειρεύονταν γαμπρούς για τα κορίτσια τους! Στο όνομα τους είναι καταχωρημένα τα ΑΦΜ διαφόρων κέντρων, καφέ μπαρ κ.λπ. Πρόκειται κατά βάσιν για άτομα που είναι 30 ετών –δηλαδή δεν έχουν ακόμη δημιουργηθεί, οπότε δεν έχουν να χάσουν και πολλά- ή 80 ετών, οπότε λόγω ηλικίας υφίστανται εκ του νόμου μικρότερες ταλαιπωρίες. Κοινό χαρακτηριστικό τους είναι ότι δεν έχουν στην κατοχή τους ούτε ακίνητα, ούτε τραπεζικές καταθέσεις, ούτε αυτοκίνητα, τίποτα.

Εξίσου κοινό στοιχείο των επιχειρήσεων που εμφανίζονται να διαχειρίζονται τέτοια πρόσωπα είναι η συστηματική παράβαση της φορολογικής νομοθεσίας, που δεν περιορίζεται στη συνήθη μη έκδοση αποδείξεων, αλλά συνηθέστατα φτάνει στη μη απόδοση ΦΠΑ, παρά το ότι κατατίθενται περιοδικές δηλώσεις. Όταν, λοιπόν, φτάνει το Δημόσιο να εφαρμόσει υποχρεωτικά μέτρα είσπραξης πέφτει σε τοίχο. Γι’ αυτό το λόγο η καριέρα κάθε «μπροστινού» ή «αυτοφωράκια» διαρκεί λίγα χρόνια, ενώ οι πραγματικοί «ιδιοκτήτες της νύχτας» είναι παντοτινοί. Σε κάθε περιοχή –και στη Θεσσαλονίκη- τα ονόματά τους είναι γνωστά.

Συμπέρασμα: δεν αρκεί ο πελάτης να κάνει το καθήκον του και μετά από ένα ολονύχτιο γλέντι στα μπουζούκια να ζητάει απόδειξη για τα ποτά και τα λουλούδια. Ακόμη κι αν πάρει το μαγικό χαρτάκι με το ποσόν εις το ακέραιον είναι αμφίβολο εάν το Δημόσιο θα εισπράξει. Οι διαδρομές του χρήματος είναι δαιδαλώδεις και γι’ αυτό η λύση ίσως να είναι προληπτική. Για παράδειγμα η έκδοση εγγυητικής επιστολής πριν από την έναρξη λειτουργίας ενός καταστήματος με αυτές τις προδιαγραφές, που θα εκκαθαρίζεται στο τέλος της σεζόν. Μήπως βάζουμε ιδέες; Μήπως οι ιδέες έχουν ήδη μπει στο μυαλό των υπευθύνων του υπουργείου Οικονομικών; Μήπως, λέμε μήπως;