Skip to main content

Οι φήμες πλήττουν τον τουρισμό της Β. Ελλάδος πιο πολύ από την αλήθεια

Πώς και γιατί το σύστημα που διαχειρίζεται την πανδημία του κορωνοϊού στη χώρα μας αδικεί τον εαυτό του με ερασιτεχνισμούς και αβλεψίες

Η φημολογία για κρούσματα κορωνοϊού στη Θάσο κυκλοφορούσε τουλάχιστον μία ημέρα, ίσως και δύο, πριν έρθει η επίσημη επιβεβαίωση από τον δήμαρχο του νησιού.

Κυκλοφορούσε στα social media, αλλά επειδή δεν υπήρχε επίσημη ανακοίνωση το μπάχαλο που δημιουργήθηκε ήταν μεγάλο. Η υπόθεση μάλλον «συζητήθηκε» περισσότερο πριν, παρά μετά τις επίσημες ανακοινώσεις. Διότι πάντα τα νέα που είναι και δεν είναι αληθινά ιντριγκάρουν τους ανθρώπους και κυκλοφορούν δια της συνωμοτικής μεθόδου πιο γρήγορα και πιο… δηλητηριώδη. Όπως αποδείχθηκε στην προκειμένη περίπτωση «όπου υπάρχει καπνός υπάρχει και φωτιά».

Αλλά εξίσου πιθανό θα ήταν να μην είναι αλήθεια, «να υπάρχει καπνός χωρίς φωτιά». Ας μην ξεχνάμε ότι βρισκόμαστε στην εποχή των fake news και της επιπολαιότητας, με τον καθένα να… ανεβάζει ανέξοδα με το κινητό του στο Διαδίκτυο ό,τι θέλει, ό,τι νομίζει ή ό,τι άκουσε. Χωρίς να δίνει λογαριασμό.

Η εύρεση εισαγόμενων κρουσμάτων κορωνοϊού σε τουριστικές περιοχές από τη στιγμή που άνοιξαν τα σύνορα για τους ξένους επισκέπτες δεν αποτελεί επί της ουσίας είδηση. Το είχαν προβλέψει οι λοιμοξιολόγοι. Το είχαν ανακοινώσει επίσημα. Το περιμέναμε. Αν πιστέψουμε τους αρμοδίους, έχουν ληφθεί τα κατάλληλα μέτρα (ιχνηλατήσεις επαφών, ξενοδοχεία καραντίνας κ.λπ.) και το σύστημα είναι έτοιμο.

Το μόνο που σίγουρα χωλαίνει τελικά, όπως αποδείχθηκε στην περίπτωση της Θάσου, είναι η γρήγορη, έγκαιρη και έγκυρη ενημέρωση, ώστε να μην υπάρχει χώρος για… παραφιλολογία. Επομένως ο ΕΟΔΥ κάτι οφείλει να αλλάξει στις ενημερώσεις του. Δεν αρκεί να σημειώνει ότι βρέθηκαν τόσα εισαγόμενα κρούσματα, ειδικά σε περιπτώσεις που όσοι εξετάστηκαν δεν περιμένουν τα αποτελέσματα σε κάποιο ειδικό χώρο, αλλά αναχωρούν για τον προορισμό τους και ενημερώνονται μόνο εάν είναι θετικοί στον κορωνοϊό.

Όπως, λοιπόν, για τα εντός Ελλάδος κρούσματα αναφέρει τις περιοχές (2 στην Καστοριά, 3 στην Αθήνα, 1 στην Κομοτηνή κ.λπ.) έτσι πρέπει να γίνεται και με τους ξένους επισκέπτες, οι οποίοι δεν φτάνουν στη χώρα γενικώς και αορίστως, αλλά έχουν προορισμό και δηλώνουν που ακριβώς θα διαμένουν.

Το καλοκαίρι του 2020 οι Έλληνες είναι για την ελληνική τουριστική αγορά κυριολεκτικά πολύτιμοι. Το γνωρίζουν αυτό οι πάντες και ειδικά στα θέρετρα της Βορείου Ελλάδος η παρουσία τους μπορεί να αποδειχθεί καταλυτική για τον περιορισμό της ζημιάς. Είναι λοιπόν απαραίτητο να αντιμετωπίζονται –όπως όλοι άλλωστε- με ευαισθησία και απόλυτη υπευθυνότητα. Ως γνωστόν η ευαισθησία υπάρχει στη χώρα μας για την πανδημία είναι μεγάλη, κάτι που αποδεικνύεται –άλλωστε- από τα πολύ καλά επιδημιολογικά αποτελέσματα. Χειρισμοί όπως αυτοί με τα εισαγόμενα κρούσματα στη Θάσο δε βοηθούν, το αντίθετο…

Αλλά και στο σύστημα που διαχειρίζεται την πανδημία (ΕΟΔΥ κ.λπ.) με αυτούς τους ερασιτεχνισμούς και τις αβλεψίες αδικεί τον εαυτό του, αφού όλοι αναγνωρίζουν ότι μέχρι στιγμής τα πήγε πολύ καλά. Ας μη το χαλάσει…

ΥΓ. Με την εικόνα της πανδημίας στα βόρεια σύνορα της χώρας να επιδεινώνεται τις τελευταίες ημέρες σε όλες σχεδόν τις χώρες της περιοχής, είναι τουλάχιστον άστοχη η πρόταση των αυτοδιοικητικών παραγόντων της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης να ζητούν άνοιγμα όλων των χερσαίων διαβάσεων της χώρας προς όφελος του τουρισμού.

Όταν επάνω στο τραπέζι των λοιμοξιολόγων βρίσκεται ακόμη και σενάριο κλεισίματος της μοναδικής διάβασης για ξένους, αυτής του Προμαχώνα, λόγω του εντοπισμού μεγάλου αριθμού κρουσμάτων, το να υπάρχει αίτημα να ανοίξουν όλα τα χερσαία σύνορα ακούγεται παράλογο.

Διότι ασφαλώς και πρέπει να βοηθηθεί ο τουρισμός, αλλά υπάρχει κάποιος -δήμαρχος, αντιπεριφερειάρχης, ξενοδόχος, εστιάτορας κ.λπ.- που δεν καταλαβαίνει πως αν τα κρούσματα στη χώρα μας αυξηθούν, τα μέτρα αποκλεισμού που θα ληφθούν στην ουσία θα ακυρώσουν για φέτος τις όποιες προσδοκίες για τον τουρισμό; Είναι να απορεί κανείς…