Skip to main content

Η τεχνητή νοημοσύνη των Γάλλων και η ελληνική… λογική στα χρόνια της πανδημίας

Γιατί στην Ελλάδα μια προσέγγιση του θέματος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που κινδυνεύουν λόγω της πανδημίας με τη λογική της Γαλλίας είναι αδύνατη

«Αλγόριθμους και τεχνητή νοημοσύνη αναμένεται να επιστρατεύσει η κυβέρνηση για να εντοπίσει μικρές επιχειρήσεις που κινδυνεύουν να καταρρεύσουν μετά την πανδημία. Η δυσκολία του εγχειρήματος έγκειται στον εντοπισμό των προβληματικών επιχειρήσεων και στην επιλογή εκείνων με βιώσιμο μέλλον. Σε πρώτη φάση η κυβέρνηση θα χρησιμοποιήσει τεχνητή νοημοσύνη ώστε να συνδυάσει δεδομένα από το υπουργείο Οικονομίας, τη φορολογική υπηρεσία, τους λογαριασμούς κοινωνικής ασφάλισης και την Κεντρική Τράπεζα για να εντοπίσει τις εταιρείες σε κίνδυνο. Στη συνέχεια, κυβερνητικοί αξιωματούχοι θα επικοινωνήσουν εμπιστευτικά με τους επιχειρηματίες για να τους συμβουλέψουν τι να κάνουν και αν μπορούν να κάνουν κάτι. Το σχέδιο περιλαμβάνει επέκταση των διευκολύνσεων δανεισμού έως το τέλος του 2021 και απλοποιημένες διαδικασίες για την αναδιάρθρωση των χρεών των μικρών επιχειρήσεων. Στόχος είναι το 5% – 8% των εταιρειών -κυρίως στον τομέα της φιλοξενίας και της λιανικής- που έχουν δει τα χρέη τους να αυξάνονται και τα ταμειακά αποθέματα τους να μειώνονται τους τελευταίους μήνες».

Η ενδιαφέρουσα αυτή είδηση προέρχεται από χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης. Φυσικά αυτή η χώρα δεν λέγεται Ελλάδα. Αφορά τη Γαλλία και αν τη διαβάσει κανείς προσεκτικά δείχνει τον τρόπο που σκέπτονται και ενεργούν σε χώρες με κυβερνήσεις και κοινωνίες που έχουν μια σχετικά καλή αίσθηση της πραγματικότητας. Το θέμα μας ενδιαφέρει επειδή η πηγή του προβλήματος είναι η πανδημία του κορωνοϊού, την οποία πληρώνουν όλες οι οικονομίες και το σύνολο των χωρών του κόσμου, οπότε υπάρχει έδαφος για συγκρίσεις. Στην Ελλάδα μια προσέγγιση του θέματος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων με τη λογική της Γαλλίας είναι αδύνατη. Δεν μπορεί να την εφαρμόσει το κράτος, δεν την αποδέχονται οι επιχειρήσεις. Η αδυναμία του συστήματος και η επιχειρηματική νοοτροπία συνιστούν ένα εκρηκτικό και καταστροφικό μείγμα, που συνέβαλε ουσιαστικά στις εξελίξεις της δεκαετίας του 2010.

Σημειώστε:

Πρώτον, η εξατομικευμένη προσέγγιση από το κράτος ανά περίπτωση επιχείρησης ή επαγγελματία είναι ελάχιστα έως καθόλου δυνατή. Στην περίπτωση των μικρομεσαίων, κανείς στην Ελλάδα δεν μπορεί να φανταστεί ότι υπάρχουν δημόσιοι λειτουργοί, οι οποίοι θα «χρεωθούν» την απευθείας συνεργασία με επιχειρήσεις για να τις βοηθήσουν να ξεπεράσουν τις επιπτώσεις της πανδημίας. Στη χώρα της μίζας και της ρεμούλας η κοινωνική εμπιστοσύνη βρίσκεται στα τάρταρα. Οι πάντες πανηγυρίζουν κάθε φορά που μέσω της πληροφορικής καθίσταται δυσχερής η προσωπική επαφή των πολιτών με τις δημόσιες υπηρεσίες, διότι σε πολλές περιπτώσεις έχει αποδειχθεί περίτρανα ότι οι σχέσεις αυτές εξελίσσονται από επαγγελματικές σε… ανάρμοστες.

Το ελληνικό κράτος δεν εμπιστεύεται ούτε την ακεραιότητα ούτε τις ικανότητες των στελεχών που το ίδιο μισθοδοτεί κι έτσι φροντίζει να τα προσπεράσει. Έτσι καταφεύγει στις οριζόντιες αποφάσεις για «λύσεις» περιορισμένης αποτελεσματικότητας και κυρίως άδικες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα των ημερών: επειδή το ελληνικό κράτος δεν μπορεί να σκανάρει με ακρίβεια τις διάφορες επιχειρηματικές δραστηριότητες αδυνατεί να επιβάλλει σε ποια καταστήματα εστίασης μπορεί να ακούγεται μουσική, με ποιόν τρόπο  και σε ποια ένταση –οι άδειες για καφέ υποκρύπτουν μπαρ και ουζερί, ενώ μια ταβέρνα παίζει συχνά τον ρόλο προμετωπίδας μπουζουξίδικου. Τι κάνει λοιπόν όταν οι λοιμωξιολόγοι επιμένουν ότι οι δυνατές φωνές, οι χοροί και οι ιδρώτες συνιστούν κίνδυνο; Καταργεί τη μουσική, ως μέτρο για να μη διαδοθεί ο κορωνοϊός, αφήνοντας πολλούς επαγγελματίες του μεροκάματου στον άσο, ενδεχομένως χωρίς πραγματικό λόγο.

Δεύτερον, η διάσωση μιας επιχείρησης ή ενός επαγγελματία αυτονόητα σημαίνει άρση κάθε περιουσιακού απορρήτου, ώστε να αποδειχθούν οι δυνατότητες και οι αδυναμίες που υπάρχουν. Τα απαραίτητα χρήματα μιας διάσωσης –επιδοτήσεις, κουρέματα προσαυξήσεων και κεφαλαίου, μετάθεση πληρωμών κλπ- τα βάζει πάντα –και με πολλούς και διάφορους τρόπους- η κοινωνία, ενώ στοιχειώδης ευθύνη επιτάσσει να περιοριστούν τα φαινόμενα του αθέμιτου ανταγωνισμού ανάμεσα σε αυτούς που πληρώνουν και σε αυτούς που δεν πληρώνουν, ενώ ενδέχεται να έχουν κάποιες δυνατότητες. Εάν λοιπόν το ελληνικό κράτος αξιοποιήσει την τεχνητή νοημοσύνη και τους ειδικούς για να πιστοποιήσει την πραγματική κατάσταση μιας προβληματικής επιχείρησης και του επιχειρηματία θα χαλάσουν τον κόσμο οι δικαιωματιστές. Τα προσωπικά δεδομένα, μια έκφραση που τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα κακοποιείται διαρκώς, θα υψωθούν και πάλι ως λάβαρα για την προάσπιση της Δημοκρατίας, που -όσο και να πεις- κινδυνεύει. Οι κραυγές «να στηριχθούν όλοι» και «κάτω τα χέρια από την πρώτη κατοικία» που έτσι κι αλλιώς ακούγονται πολύ έντονα θα γίνουν ακόμη πιο δυνατές και θα καλύψουν κάθε φωνή λογικής που θα επαναλαμβάνει μονότονα «δεν υπάρχουν λεφτόδεντρα, δεν υπάρχουν λεφτοδάση». Τι ξέρουν, άλλωστε, οι Σταϊκούρες και οι Σκυλακάκηδες!

Σε μια φτωχή, υπερχρεωμένη στα όρια της χρεοκοπίας, χώρα, στην οποία κατοικούν πλούσιοι για τα δεδομένα της άνθρωποι, η κανονικότητα έχει τη δική της λογική, η οποία δεν έχει καμία σχέση με την τεχνητή νοημοσύνη. Εννοείται ότι η ευρωπαϊκή Ελλάδα δεν δέχεται μαθήματα από κανέναν κουτόφραγκο. Άλλωστε σε καμία άλλη χώρα της ΕΕ το Ταμείο Ανάκαμψης -όπως και κάθε τι σε ευρωπαϊκό χρήμα- δεν γνωρίζει τέτοια αποθέωση. Από την κυβέρνηση που παίζει τα ρέστα της, αφού 100 φορές την ημέρα τα στελέχη της υμνούν την ύπαρξή του, μέχρι τον κάθε μικροπαράγοντα τοπικής εμβέλειας, που διεκδικεί τα εκατομμύρια κι αγύριστά του.