Skip to main content

Σχοινάς: Η Θεσσαλονίκη πρέπει να αποδεχθεί όλους τους γείτονες της

«Τα τελευταία χρόνια αυτό που προσλαμβάνω είναι ότι η Θεσσαλονίκη αρέσει όλο και πιο πολύ», δήλωσε ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν Μαργαρίτης Σχοινάς.

Το εγκώμιο του πρώην δημάρχου Θεσσαλονίκης Γιάννη Μπουτάρη έπλεξε ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν και νέος Επίτροπος της Ελλάδας Μαργαρίτης Σχοινάς σε εκδήλωση για τη συμπλήρωση των 60 χρόνων του Συλλόγου Αποφοίτων της Γερμανικής Σχολής Θεσσαλονίκης.

Αναφερόμενος  στη Θεσσαλονίκη ο κ. Σχοινάς επισήμανε πως «είναι μια πόλη που ο κόσμος τη συνδέει με ευχάριστες αναμνήσεις» και εγκωμίασε τη θητεία του παριστάμενου Γιάννη Μπουτάρη στη δημαρχία, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Η Θεσσαλονίκη κέρδισε πάρα πολλά με τη δημαρχία Μπουτάρη. Ο Μπουτάρης ουσιαστικά γύρισε την πόλη, από την πλάτη έβγαλε το μέτωπο της προς τον κόσμο».

Παράλληλα εξέφρασε τη χαρά του για δημοσιεύματα του ξένου Τύπου για τη «Θεσσαλονίκη του Μπουτάρη» και για μια «πόλη έκπληξη στην Ευρώπη».

«Τα τελευταία χρόνια αυτό που προσλαμβάνω είναι ότι η Θεσσαλονίκη αρέσει όλο και πιο πολύ», δήλωσε ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν και επικαλέστηκε αυτά που λένε οι ξένοι για την πόλη.

Τριάντα χρόνια πετάει συνεχώς με αεροπλάνα και οι 8 στους 10 από όσους συναντάει στα αεροδρόμιο του λένε «α, ρε τυχεράκια!!!», μόλις μαθαίνουν ότι προορισμός του είναι η Θεσσαλονίκη.

«Ευλογία» οι γείτονες

Αναφερόμενος στα αρνητικά της πόλης. ο Μαργαρίτης Σχοινάς συμπεριέλαβε το ότι «η Θεσσαλονίκη δεν έχει ακόμα συμφιλιωθεί με το γεγονός ότι πρέπει να αποδεχθούμε όλους τους γείτονές μας» και σημείωσε: «Τούρκοι, Βούλγαροι, Βορειομακεδόνες, Αλβανοί, Σέρβοι, θέλουν όλοι να έρθουν εδώ. Και είναι χαρά μας και καμάρι μας και υπερηφάνεια μας, που έρχονται. Αυτοί είναι ευλογία. Πρέπει να δουλέψουμε για να τους κρατήσουμε. Όσο η μεσαία τάξη στις γειτονικές χώρες ανεβαίνει κι αργά ή γρήγορα η Ρουμανία και η Βουλγαρία θα μπουν στο Σένγκεν, αυτά που βλέπουμε σήμερα είναι πολύ λίγα σε σχέση με αυτά που θα δούμε σε λίγα χρόνια στη Θεσσαλονίκη, ως κέντρο μιας ευρύτερης αγοράς κινητικότητας περίπου 25.000.000 Ευρωπαίων από τη Ν.Α. Ευρώπη».

«Υπερασπίζομαι τον τόπο μου στην ομορφιά του, όχι στην ασχήμια του», τόνισε και δήλωσε ότι είναι πολύ αισιόδοξος για το μέλλον της Θεσσαλονίκης.

«Δεν νομίζω ότι το ισοζύγιο των αρνητικών που βλέπουμε στην καθημερινότητα πρέπει να μας οδηγήσει σε μια τάση αυτομαστιγώματος, κάθε άλλο», είπε ο κ. Μαργαρίτης και συνέχισε: «Το μεγάλο ατού της Θεσσαλονίκης είναι ότι η Θεσσαλονίκη είναι η μόνη ελληνική πόλη. Η Αθήνα είναι 10.000 χωριά μαζί. Εμείς είμαστε μια πόλη που έχει ενότητα, έχει συνεκτικότητα στον αστικό της ιστό, μια κοινωνία που γνωρίζεται, έχει πολλές κοινωνικές ομάδες που γνωρίζονται».

Στο σημείο αυτό επικαλέστηκε τη σύζυγό του, η οποία δεν είναι Ελληνίδα, και πάντα λέει ότι δεν έχει δει άλλη πόλη τέτοιου μεγέθους στην Ευρώπη όπου όταν βγαίνεις στο δρόμο κάθε τόσο λες «γεια σου Νίκο, γεια σου Γιώργο».

«Σε πόλεις 1.000.000 κατοίκων στην Ευρώπη δεν χαιρετάς», παρατήρησε.

Στοιχείο της ταυτότητάς μας η Ευρώπη

«Οι Ευρωπαίοι πρέπει να βρούμε απαντήσεις συνολικές, συνεκτικές στα προβλήματά μας και αν δεν το κάνουμε εμείς, θα μας το επιβάλλουν οι Αμερικάνοι και οι Κινέζοι», επισήμανε σε άλλο σημείο ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν αναφερόμενος σε ζητήματα Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Απαντώντας σε ερώτηση για τη δυσπιστία που παρατηρείται ως προς το ευρωπαϊκό όραμα ο κ. Σχοινάς τόνισε πως κανένα κράτος μέλος της Ε.Ε.-ούτε μεγάλο ούτε μικρό- μπορεί από μόνο του να ανταπεξέλθει, να διαχειριστεί πολιτικές απαντήσεις στα μεγάλα προβλήματα της εποχής μας και πως ο ευρωπαϊκός τρόπος ζωής είναι ότι η Ευρώπη αντιπροσωπεύει σήμερα έναν φάρο φωτός σε έναν κόσμο που γίνεται ολοένα και πιο σκοτεινός.

Σε ό,τι αφορά στην ελληνική κοινωνία παρατήρησε πως «δεν έχουμε καταφέρει ακόμα να αισθανθούμε την Ευρώπη ως ένα συστατικό στοιχείο της ταυτότητας μας».

Όταν ένας μαθητής της Α' Λυκείου της Γερμανικής Σχολής τον ρώτησε ποιος ήταν ο στόχος του και αν θεωρεί πως τον πέτυχε ο Μαργαρίτης Σχοινάς αποκάλυψε πως το γεγονός που τον «σφράγισε» ήταν η υπογραφή της Συνθήκης προσχώρησης της Ελλάδας στην τότε ΕΟΚ το 1979.

«Είδα την τελετή υπογραφής στην ασπρόμαυρη τηλεόραση του σπιτιού μου σε ηλικία 17 ετών και εκεί γύρισα και είπα στην ομήγυρη ότι εγώ θα ασχοληθώ, θα δουλέψω για την Ευρώπη. Το αισθάνθηκα ως ένα κάλεσμα της γενιάς μου», είπε και εξήγησε: «Αυτό ξεπερνάει τη στόχευση μιας επαγγελματικής καριέρας. Ό,τι έκανα μετά το έκανα για να εξυπηρετήσω τη στόχευσή μου να δουλέψω για την Ευρώπη. Ποτέ δεν έβαλα στόχους μαξιμαλιστικούς θέσεων ή αξιωμάτων.

Πάντοτε κυνήγησα τις ιδέες μου. Τις υπερασπίστηκα πολλές φορές απέναντι σε πολύ αυστηρούς κριτές. Έκανα προεκλογική εκστρατεία ως υποψήφιος ευρωβουλευτής σε πολύ δύσκολες περιοχές..

Έχω μιλήσει σε ακροατήρια όπου μου πέταξαν νερό, τενεκεδάκια, αλλά ποτέ δεν άλλαξα τη στόχευσή μου στην Ευρώπη».

Για τη γενιά των σημερινών μαθητών υπογράμμισε πως η πρόκληση είναι να ηγηθεί της μετάβασης της Ελλάδας προς μια οικονομία πιο πράσινη, χωρίς λιγνίτη και άνθρακα, για μια Ελλάδα πιο ψηφιακή, πιο ανοιχτόμυαλη.