Skip to main content

ΑΠΘ: Κλινικά δεδομένα επιβεβαιώνουν την προστατευτική δράση των εμβολίων για τον κορωνοϊό

Τι δείχνουν οι τελευταίες μελέτες ερευνητικών ομάδων της Θεσσαλονίκης που παρουσιάστηκαν στο 11ο Επιστημονικό Συνέδριο του τμήματος Ιατρικής του ΑΠΘ

Την αποτελεσματικότητα των εμβολίων έναντι του κορωνοϊού, αλλά και την αναγκαιότητα της ενισχυτικής δόσης, κατέδειξαν οι τελευταίες κλινικές μελέτες που πραγματοποίησαν ερευνητικές ομάδες στη Θεσσαλονίκη.

Τα αποτελέσματα των ερευνών, οι οποίες παρουσιάστηκαν στο 11ο Επιστημονικό Συνέδριο του τμήματος Ιατρικής του ΑΠΘ έδειξαν ότι η πλειονότητα όσων νόσησαν βαριά ή και έχασαν τη ζωή τους εξαιτίας της νόσου ήταν ανεμβολίαστοι. Παράλληλα, επιβεβαίωσαν ότι η προστασία που παρέχει το εμβόλιο φαίνεται να φθίνει με την πάροδο του χρόνου, ενώ στατιστικά σημαντική ήταν η μείωση των τίτλων αντισωμάτων έναν μήνα μετά τη νόσηση από Covid-19.

Τα κλινικά χαρακτηριστικά, την πορεία και την έκβαση των ασθενών διερεύνησε ομάδα του Ιπποκράτειου νοσοκομείου Θεσσαλονίκης αποτελούμενη από τους Ι. Ναμίδη, Χ. Λεωνίδα, Ι. Παπαγιουβάννη, Θ. Οικονόμου, Π. Μπίνου, Χ. Λιάβα, Π. Πανά, Ν. Φράγκου, Χ. Βέττα, Δ. Βλαχάκη, Η. Χύτα, Α. Δουγαλή, Χ. Κυδώνα, Ε. Σινάκο, Α. Γαρύφαλλο. Μελετήθηκε αναδρομικά το σύνολο των νοσηλευόμενων ασθενών στην πτέρυγα COVID-19 της Δ’ Παθολογικής Κλινικής ΑΠΘ κατά τους τελευταίους 4 μήνες του 2021, χρονικό διάστημα κατά το οποίο υπήρχε έντονη δημόσια συζήτηση για την αυξημένη νοσηρότητα κυρίως των ανεμβολίαστων ασθενών.

Καταγράφηκαν δημογραφικά χαρακτηριστικά, η διενέργεια και ο χρόνος εμβολιασμού, η βαρύτητα της νόσου (με βάση την κλιμάκωση χορήγησης οξυγόνου), η χρήση μη επεμβατικού μηχανικού αερισμού και η έκβαση της νοσηλείας. Ως πλήρης κάλυψη εμβολιασμού ορίστηκε η διενέργεια και των δύο δόσεων ή μονοδοσικού εμβολίου σε διάστημα μικρότερο των έξι μηνών ή η παρέλευση ενός μήνα μετά την τρίτη δόση εμβολιασμού.

Συνολικά συμπεριλήφθηκαν 471 ασθενείς (49,3% άντρες), μέσου όρου ηλικίας 64 ετών. Από το σύνολο των ασθενών 28,7% ήταν εμβολιασμένοι έστω και με μία δόση (135/471) και περίπου το 1/3 εξ αυτών (49/135) ήταν πλήρως καλυμμένοι. Ποσοστό 46,7% των ασθενών εμφάνισαν βαριά νόσο, 13,2% μέτρια και 40,1% ήπια νόσο. Το 64,3% των ασθενών έλαβαν εξιτήριο, 12,5% απεβίωσαν, 19,1% διασωληνώθηκαν ενώ για 4.1% δεν υπήρχαν διαθέσιμα στοιχεία. Διαπιστώθηκε σημαντική διαφορά τόσο στη βαρύτητα της νόσου σε σχέση με την διενέργεια εμβολιασμού (βαριά νόσος: εμβολιασμένοι 20,9%, ανεμβολίαστοι 79,1%) όσο και στην έκβαση (διασωλήνωση: εμβολιασμένοι 15,6%, ανεμβολίαστοι 84,4%), γεγονός που, σύμφωνα με τους ερευνητές επιβεβαιώνει ότι ο εμβολιασμός είναι ένα αποτελεσματικό μέτρο πρόληψης.

Αναγκαία η ενισχυτική δόση

Στο συμπέρασμα ότι η προστασία του εμβολίου φθίνει με την πάροδο του χρόνου σε όλες τις ηλικιακές ομάδες κατέληξε η μελέτη με τίτλο «Αξιολόγηση τίτλου αντισωμάτων 6 μήνες μετά τον πλήρη εμβολιασμό με το εμβόλιο της Pfizer/Biontech σε υγειονομικούς υπαλλήλους της Θεσσαλονίκης» των Χ. Ντέντη, Κ. Κοντοπούλου, Χ. Νάκα, Α. Γούλα, Γ. Παπαζήση.

Για τη διενέργεια της μελέτης στρατολογήθηκαν 181 επαγγελματίες υγείας ενός τριτοβάθμιου νοσοκομείου, οι οποίοι είχαν εμβολιαστεί τον Ιανουάριο του 2021 με δύο δόσεις, με μεσοδιάστημα τριών εβδομάδων. Από το σύνολο των συμμετεχόντων, 62 άτομα είχαν ασθενήσει με Covid-19 και αναρρώσει πλήρως. Έξι μήνες μετά τη χορήγηση της δεύτερης δόσης, μετρήθηκε στον ορό των συμμετεχόντων το σύνολο των ειδικών IgG αντισωμάτων για την περιοχή δέσμευσης του υποδοχέα της ιικής πρωτεΐνης - ακίδας S1 και προσδιορίστηκε η εξουδετερωτική τους ικανότητα. Έξι μήνες μετά τη δεύτερη δόση το 99% των συμμετεχόντων είχε τίτλο αντισωμάτων υψηλότερο από το κατώφλι των 50 AU/ml, αλλά αρκετά χαμηλότερο από τις μετρήσεις που προηγήθηκαν στις δύο εβδομάδες και στους τρεις μήνες μετά τον εμβολιασμό. Επιπλέον, η εξουδετερωτική ικανότητα αποδυναμώθηκε σημαντικά, με ποσοστό περίπου 90% των συμμετεχόντων να βρίσκεται κάτω από το κατώφλι του 90%.

Τα στοιχεία έδειξαν ότι η φθίνουσα αυτή πορεία είναι λιγότερο αισθητή σε άτομα που προηγουμένως έχουν νοσήσει, με τους μελετητές να επισημαίνουν επίσης ότι τα ευρήματα αυτά ενίσχυσαν σημαντικά την άποψη σχετικά με την αναγκαιότητα μιας τρίτης, ενισχυτικής δόσης.

Η ανοσία μετά τη νόσηση

Την εξέλιξη της φυσικής ανοσιακής απάντησης έναντι του SARS-COV-2 στη διάρκεια ενός έτους εξέτασε η ερευνητική ομάδα των Κ. Πουλοπούλου, Α.-Μ. Μαρκαντωνάτου, Χρ. Μιχαηλίδου, Κ. Ευθυμιάδης, Μ. Μαυρουδή, Ε. Ζάχρου, Μ. Χριστοφορίδη, Β. Κονάκογλου, Γ. Γκιούλα, Μ. Εξηντάρη, Στ. Θεοδωρίδου, Α. Τραγιαννίδη, Τ.-Α. Βυζαντιάδη.

Η μελέτη πραγματοποιήθηκε σε ασθενείς ήπιας ή μέτριας βαρύτητας νόσησης. Από τους ασθενείς λήφθηκε δείγμα: μέχρι 60 ημέρες, μεταξύ 60-90 ημερών, 90-210 ημερών και 210-365 ημερών μετά το θετικό PCR τεστ. Κύρια ευρήματα της μελέτης είναι ότι ο τίτλος των αντισωμάτων παρουσίασε υψηλές τιμές που μειώθηκαν στατιστικά σημαντικά μεταξύ 60-90 ημερών, ενώ στη συνέχεια ο τίτλος παρέμεινε σταθερός μέχρι το τέλος του έτους. Επιπλέον, σημαντικό εύρημα αποτελεί η διαφοροποίηση στους τίτλους των αντισωμάτων σε σχέση με τη βαρύτητα της νόσησης, με τους τίτλους αντισωμάτων είναι σημαντικά περισσότεροι σε ασθενείς που νοσηλεύθηκαν σε μονάδες υγείας σε σχέση με συμπτωματικούς μη νοσηλευόμενους και με ασυμπτωματικούς. Στα αξιοσημείωτα συμπεριλαμβάνεται η διαπίστωση ότι 9,6% των ασθενών που βρέθηκαν θετική δεν ανέπτυξαν αντισώματα.