Skip to main content

Θεσσαλονίκη: Η ζόρικη συγκυρία για την αγορά και ένα παράθυρο στο μέλλον

Τι θα συμβεί όταν τα πράγματα αποκατασταθούν στο υγειονομικό πεδίο, τα μέτρα στήριξης αποσυρθούν και η κανονικότητα επιστρέψει σε οικονομία-κοινωνία

Όποιος στοιχειωδώς παρακολουθεί τις διεθνείς και εγχώριες οικονομικές εξελίξεις, τις αναλύσεις των δεδομένων, τις ιστορικές προσεγγίσεις και τις προβλέψεις ειδημόνων πέριξ των πάσης φύσεως αγορών, αλλά και τις θέσεις μάχιμων επιχειρηματιών με άποψη για την οικονομία μετά την παγκόσμια κρίση της πανδημίας του κορωνοϊού, αντιλαμβάνεται πλήρως το εξής: ότι θα ακολουθήσει την επόμενη ημέρα, θα έχει ελάχιστη σχέση με ότι υπήρχε την προηγούμενη.

Αυτό ίσως δεν αφορά και τόσο τα εξωτερικά χαρακτηριστικά –αν και αυτά αλλάζουν ραγδαία-, όσο την ουσία. Η βίαιη οικονομική κατάρρευση χωρών και επιχειρήσεων –μικρών, μεσαίων, μεγάλων, πολύ μεγάλων- εξισορροπείται υπό τις παρούσες πιεστικές συνθήκες χάρη στην ατελείωτη ρευστότητα που παράγουν οι κεντρικές τράπεζες. Όταν, όμως, τα πράγματα αποκατασταθούν στο υγειονομικό πεδίο, τα μέτρα στήριξης αποσυρθούν και η κανονικότητα επιστρέψει στην οικονομία και την κοινωνία θα συμβούν ταυτόχρονα τρία πράγματα:

Πρώτον, θα ανοιχτούν πάνω στο τραπέζι όλοι οι λογαριασμοί. Ποιος χρωστάει, πόσα χρωστάει, σε ποιον τα χρωστάει. Ας μην έχει κανείς οποιαδήποτε αμφιβολία ότι «το χρήμα δεν χαρίζεται». Το σενάριο του κουρέματος λόγω covid-19 το απέκλεισε πρόσφατα και η Κριστίν Λαγκάρντ. Ακόμη και αν –στο βάθος βάθος του χρόνου- υπάρξει κούρεμα χρέους, είτε ιδιωτικού είτε δημοσίου, θα γίνει με όρους και προϋποθέσεις. Επουδενί με τη χαλαρότητα που ονειρεύονται κάποιοι στην Ελλάδα και που συχνά συνιστά απότοκο της ελαφρότητας με την οποία ορισμένα πολιτικά πρόσωπα αντιμετωπίζουν τις καταστάσεις. Το συγκεκριμένο έργο έπαιξε και πάλι στη χώρα μας το διάστημα πριν από τις εκλογές του 2015, αλλά στην πράξη τίποτα απολύτως δεν έγινε.   

Δεύτερον, θα δούμε την πραγματικότητα και τις πληγές της. Τα λουκέτα που θα υπάρξουν, την ανεργία που θα αυξηθεί, την αναπτυξιακή διαδικασία που πιθανότατα το πρώτο διάστημα θα είναι αναιμική και θα προχωράει ασθμαίνουσα, τη διεύρυνση των ανισοτήτων, την πιθανή κοινωνική αναταραχή.

Τρίτον και κυριότερο, θα αναδυθεί από το βάθος του ορίζοντα και θα έρθει στο προσκήνιο το νέο σκηνικό, που αφορά τη συμπεριφορά των ανθρώπων στο οικονομικό πεδίο. Τι θα ψωνίζουν. Πώς θα το ψωνίζουν. Πόσο θα ταξιδεύουν. Πού θα πηγαίνουν. Πώς θα οργανώσουν τη ζωή και την κοινωνικότητά τους. Πώς θα εξυπηρετήσουν τις ανάγκες τους και με ποιες προτεραιότητες θα τις ιεραρχήσουν. Κάποιες… λεπτομέρειες, οι οποίες όμως αθροιζόμενες παίζουν βασικό ρόλο στις εξελίξεις -ενίοτε τις καθορίζουν. Ειδικά σε μία οικονομία όπως η ελληνική, που βασίζεται εν πολλοίς στην κατανάλωση, τις υπηρεσίες και τον τουρισμό.  

Ας τα έχουν όλα αυτά υπόψιν τους όσοι αγωνιούν για το μέλλον. Ειδικά οι μικροί, μεσαίοι και μικρομεσαίοι του επιχειρείν. Όλοι αυτοί οι ήρωες –στην Ελλάδα η επιχειρηματικότητα είναι πολύ συχνά ηρωική πράξη-, οι οποίοι μπορεί από τη μια μέρα στην άλλη να εκτροχιαστούν επαγγελματικά. Να μην τα καταφέρουν, δηλαδή, στη μεταβατική περίοδο από τη μία φάση στην άλλη. Να μην προσαρμοστούν έγκαιρα και με τον κατάλληλο τρόπο στα νέα δεδομένα, είτε διότι αντικειμενικά δεν μπορούν είτε διότι εφησυχάζουν αισθανόμενοι μέρος ενός συνόλου –αυτού που λέμε αγορά ή πιάτσα- το οποίο αυτή τη στιγμή υποβαστάζεται σθεναρά από την Πολιτεία, είτε διότι πιστεύει όσους συνδικαλιστές, εκπροσώπους και πολιτικούς διαβεβαιώνουν ότι «όλοι μαζί θα σωθούμε». Η κρίση και η ύφεση της δεκαετίας του 2010, που αποκαθήλωσε «αυτοκράτορες και βασιλιάδες» από έναν κλάδο, μέχρι έναν σχετικά μικρό εμπορικό δρόμο του κέντρου της Θεσσαλονίκης, και σε πολλές περιπτώσεις ματαίωσε όνειρα και βεβαιότητες δεκαετιών αποτελεί χρήσιμο εργαλείο και για την κρίση του κορωνοϊού. Διότι προφανώς την ώρα της σαρωτικής θύελλας –αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της οικονομίας τελεί υπό αναστολή- προέχει η επιβίωση, το τώρα, το σήμερα, ο επόμενος μήνας, άντε η επόμενη σεζόν. Στο βάθος του μυαλού, όμως, καλό θα είναι να υπάρχει κι ένα μικρό παράθυρο στο αύριο, ώστε η νέα πραγματικότητα που θα προκύψει να μην εισβάλει ξαφνικά και ορμητικά όπως ένα τσουνάμι που παρασέρνει τα πάντα στο πέρασμά του, ποντίζοντας στον βυθό της λήθης πολλά από αυτά τα… πάντα, που μοιραία δεν βγαίνουν ξανά στην επιφάνεια.    

Ειδικά στη Θεσσαλονίκη τα τελευταία 30 χρόνια –περισσότερο από το 2010 και μετά- ολόκληροι κλάδοι της παραγωγής ξεκληρίστηκαν, περιοχές στα πέριξ ερήμωσαν, καθώς φιλοξενούν μόνο κουφάρια παραγωγικών εγκαταστάσεων και ολόφωτοι εμπορικοί δρόμοι σκοτείνιασαν αφήνοντας πίσω λουκέτα, χρεωκοπίες, απλήρωτες υποχρεώσεις, κατασχέσεις, ανέργους και κιτρινισμένα από το χρόνο ενοικιαστήρια. Πριν από σχετικά λίγα χρόνια μάλλον κανένα από τα θύματα των εξελίξεων δεν θα πίστευε στο δυσοίωνο μέλλον, ακόμη κι αν κάποιος του το εξηγούσε καλοπροαίρετα. Πολύ περισσότερο που η αθεράπευτη αισιοδοξία του «κάτι θα γίνει στο τέλος» αποδεικνύεται στην Ελλάδα εξαιρετικά ανθεκτική. Κι όμως στο παραγωγικό περιβάλλον κυριάρχησαν τελικά οι φτηνής μαζικής παραγωγής -από την Κίνα και την υπόλοιπη Νοτιοανατολική Ασία, μέχρι τα Βαλκάνια και την Τουρκία-, που προσαρμόστηκαν στις ανάγκες της ταχύτητας, της ποσότητας και της χαμηλής τιμής. Στο, δε, εμπορικό περιβάλλον της… πρωτεύουσας των Βαλκανίων η σκυτάλη πέρασε από τους μικρούς του παραδοσιακού εμπορίου, στους μεγάλους των αλυσίδων και των πολυεθνικών, που άντεξαν στην οικονομική πίεση και εφάρμοσαν νέες μεθόδους πωλήσεων και μάρκετινγκ. Μετά τον κορωνοϊό οι δυνάμεις που θα αναδειχθούν θα έχουν σχέση με ό,τι σε γενικές γραμμές περιγράφουμε με τις έννοιες της ψηφιακότητας και της 4ης βιομηχανικής επανάστασης. Ανεξαρτήτως κλάδου και μεγέθους.