Skip to main content

Η αγορά της Θεσσαλονίκης στον καιρό των πολύπλοκων πραγμάτων

Η ενεργητικότητα, η ζωντάνια και η αίσθηση της διαρκούς κίνησης που αποτρέπει τον εφησυχασμό (πρέπει να) είναι ζωτικά στοιχεία της κάθε αγοράς, ιδιαίτερα του λιανεμπορίου

Ας αρχίσουμε από τα βασικά. Το λιανεμπόριο δημιουργήθηκε για να καλύψει μέσω της κατανάλωσης τις βασικές, καθημερινές ανάγκες των ανθρώπων. Εδώ και τέσσερις περίπου δεκαετίες, τουλάχιστον στον δυτικό κόσμο, ενέσκηψε η υπερκατανάλωση. Το θέμα σχολίασε καυστικά, ποιητικά και εντελώς καλλιτεχνικά ήδη από το 1979 -πριν καν γίνουν πρόεδρος των ΗΠΑ ο Ρόναλντ Ρίγκαν και πρωθυπουργός της Βρετανίας η Μάργκαρετ Θάτσερ, οι… γονείς του σύγχρονου εφαρμοσμένου νεοφιλελευθερισμού της απόλυτης κυριαρχίας της αγοράς- το σούπερ γκρουπ Supertramp στον δίσκο «Breakfast in America», στο εξώφυλλο του οποίου μια υπέρβαρη σερβιτόρα κρατάει έναν δίσκο και ετοιμάζεται να σερβίρει το Άγαλμα της Ελευθερίας. Σιγά σιγά τα ψώνια απέκτησαν σε πολλές περιπτώσεις αξία ψυχοθεραπείας και φτάσαμε στο shopping therapy, τα δωμάτια - ντουλάπες και τις παπουτσοθήκες των 200 και πάνω ζευγαριών. Πλέον, στις μέρες μας συχνά η βόλτα στα μαγαζιά εκλαμβάνεται και ως διασκέδαση. Γι’ αυτό τα τελευταία 20 χρόνια την περίοδο των Χριστουγέννων άπασες οι πόλεις που σέβονται τον εμπορικό και τουριστικό εαυτό τους φωταγωγούνται και στολίζονται, ώστε να γίνουν πιο ελκυστικές για τη διάθεση των παιδιών και το… πορτοφόλι των γονιών τους και όλων όσων το διαθέτουν κι ας μην είναι γονείς.

Κάπως έτσι φτάσαμε στο σήμερα. Στην εποχή των πολύπλοκων πραγμάτων, που όλα είναι φορτωμένα με κάτι παραπάνω από τον εαυτό τους. Για παράδειγμα οι κινηματογραφικές προβολές, οι οποίες, τόσο σε επίπεδο κινηματογραφικής λέσχης όσο και σε εμπορικούς κινηματογράφους, συχνά συνοδεύονται από παράλληλα γεγονότα, όπως η παρουσία των δημιουργών -σε ελληνικές παραγωγές-, αλλά και η ανάλυση – συζήτηση κάποιας ταινίας από ειδικούς, όπως είναι οι κριτικοί κινηματογράφου, και το κοινό. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις οι εκδηλώσεις πλαισιώνονται από μικρές δεξιώσεις με κεράσματα ή παρτάκια με ποτά για τους σινεφίλ, οι οποίοι τελικά «ξοδεύουν» στην κινηματογραφική αίθουσα όχι τη μιάμιση ή δύο ώρες της ταινίας, αλλά διπλάσιο χρόνο. Ακόμη και η Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης προκειμένου να καταστήσει πιο ελκυστική τη Γενική Έκθεση του Σεπτεμβρίου οργανώνει τα βράδια συναυλίες, που προσελκύουν στους χώρους της το μεγάλο -ειδικό το νεανικό- κοινό.

Σε επίπεδο λιανεμπορίου, δηλαδή της κλασικής αγοράς των εμπορικών καταστημάτων, τα παράλληλα… κόλπα για να συγκεντρωθεί κόσμος και να μπει στα μαγαζιά είναι πολλά. Από τα πιο πετυχημένα των τελευταίων ετών στην Ελλάδα είναι οι… Λευκές Νύχτες. Πρόκειται για φωτισμένες νύχτες, αφού κάποιες εμπορικές πιάτσες οργανώνουν ολονυχτίες με τα καταστήματα να μένουν ανοιχτά μέχρι τα μεσάνυχτα ή τη μία το πρωί και καλούν τους καταναλωτές να τα επισκεφθούν αυτές τις ασυνήθιστες ώρες, κάνοντας, μάλιστα, εκπτώσεις και προσφορές. Ακόμη, τις ώρες της Λευκής Νύχτας στην περιοχή γίνονται παράλληλες ψυχαγωγικές εκδηλώσεις, συνήθως με τη συνδρομή της τοπικής αυτοδιοίκησης και κάποιων χορηγιών. Ακριβέστερα δράσεις διασκέδασης, όπως είναι οι συναυλίες και η παρουσία κλόουν και ανιματέρ που ειδικεύονται στην απασχόληση των μικρών παιδιών. Σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις οι Λευκές Νύχτες αποδεικνύονται αποτελεσματικές και παραγωγικές. Ο κόσμος έλκεται από το διαφορετικό περιβάλλον, κατεβαίνει στην αγορά, μπαίνει στα καταστήματα και πάνω στο τσακίρ κέφι, τα γέλια και την καλή διάθεση ψωνίζει και κάποια πράγματα, ορισμένα απαραίτητα, άλλα εκ του περισσού. Μόνο τις τελευταίες εβδομάδες στην περιοχή της Θεσσαλονίκης διοργανώθηκαν δύο Λευκές Νύχτες, μία στον Λαγκαδά και μία στον Εύοσμο, με τους εμπόρους να δηλώνουν ευχαριστημένοι. Διότι πρώτη προτεραιότητα δεν είναι πάντα η άμεση ανταπόκριση στο ταμείο, αν και στο τέλος όλα εκεί καταλήγουν. Η ενεργητικότητα, η ζωντάνια και η αίσθηση της διαρκούς κίνησης που αποτρέπει τον εφησυχασμό (πρέπει να) είναι ζωτικά στοιχεία της κάθε αγοράς. Ιδιαίτερα του λιανεμπορίου, το οποίο βασίζεται πολύ στο μάρκετινγκ που στοχεύει στην κοινωνικότητα, αφού -στα φυσικά καταστήματα τουλάχιστον- χωρίς την παρουσία και την επαφή ανθρώπων δεν λειτουργεί.

Για λόγους που δεν έχουν επαρκώς εξηγηθεί στην αγορά του κέντρου της Θεσσαλονίκης δεν έχει διοργανωθεί καμία Λευκή Νύχτα, παρά το ότι το θέμα έχει μπει πάνω στο τραπέζι αρκετές φορές την τελευταία δεκαετία. Ο πρόεδρος του Εμπορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης Παντελής Φιλιππίδης και οι συνεργάτες του δεν πιστεύουν ότι μια τέτοια πρωτοβουλία θα δουλέψει στο κέντρο της πόλης. Απορρίπτουν την ιδέα, είτε διότι θεωρούν το κέντρο της Θεσσαλονίκης μια μεγάλη αγορά που δύσκολα θα… καλυφθεί στο πλαίσιο μιας εκδήλωσης είτε επειδή πιστεύουν ότι η μετατροπή για λίγες ώρες της Τσιμισκή σε φωταγωγημένο πεζόδρομο θα ευνοήσει απλώς τους μεγάλους του εμπορίου (Όμιλος ΖΑRA, ATTICA, NOTOS GALLERY, BERSKA, H & M, Κανελλόπουλος κ.λπ.) και όχι τους μεμονωμένους εμπόρους μέλη του ΕΣΘ. Ταυτόχρονα, βέβαια, απορρίπτουν, αν και δεν το παραδέχονται ή -πολύ χειρότερα- δεν το αντιλαμβάνονται και δεν το συνειδητοποιούν, μια ολόκληρη λογική για την περιπλοκότητα των πραγμάτων στην εποχή μας, συμπεριλαμβανομένης και της καταναλωτικής διαδικασίας. Προφανώς δεν πρόκειται για καλό σημάδι, το αντίθετο. Στο κέντρο της Θεσσαλονίκης καθημερινά το τοπικό εμπόριο υποχωρεί υπέρ του εθνικού και πολυεθνικού. Η ομάδα εξακολουθεί να παίζει αμυντικά. Μια άμυνα που ξεκίνησε πριν από 30 χρόνια, όταν καταργήθηκε το ενοικιοστάσιο, και, παρά το ότι έχει αποδειχθεί αναποτελεσματική, εξακολουθεί να αποτελεί το βασικό πλάνο του παιχνιδιού. Τη συνέχεια λίγο-πολύ μπορούμε να την προβλέψουμε. Το 80%-85% του τζίρου στο λιανεμπόριο του κέντρου της Θεσσαλονίκης που ασκείται στα φυσικά καταστήματα καταλήγει ήδη σε υπερτοπικά ταμεία. Κάτι που θα συνεχιστεί, ενδεχομένως μέχρι το ποσοστό να φτάσει στο 90% - 95%. Όχι, στο 100% δεν θα φτάσουμε ποτέ. Πάντα θα υπάρχει κάτι μικρό -ας πούμε ένα 5%- για να θυμίζει τα πολύ περασμένα μεγαλεία, αλλά και όσες προσπάθειες δεν έγιναν εδώ και δεκαετίες!