Skip to main content

Οι βανδαλισμοί ως εργαλείο ιδεολογημάτων – Πόσο πιο χαμηλά;

Η οργή δεν μπορεί να αποτελεί ευκαιρία προς εκμετάλλευση. Οι καταστροφές των μνημείων δεν έχουν καμιά ιδεολογία και δεν περνούν κανένα μήνυμα.

Οι βανδαλισμοί και οι βεβηλώσεις μνημείων δεν μπορούν να γίνονται ευκαιριακές σημαίες για ιδεολογήματα. Είναι ένα υπαρκτό πρόβλημα η ασέβεια του δημόσιου χώρου και κάθε μνημείου, δημόσιου κτιρίου κτλ. Και αυτοί που τη διαπράττουν δεν εκφράζουν καμιά ιδεολογία, δεν έχουν κανένα σοβαρό φρόνημα, παρά κινούνται ανάμεσα στο «σ' αγαπάω Σούλα» και το «αλήτες, προδότες, πολιτικοί».

Περισσότερο με προβληματίζει η εκμετάλλευση αυτής της γενικευμένης συμπεριφοράς, παρά καθ' αυτή η συμπεριφορά. Επειδή γνωρίζω ότι η συμπεριφορά είναι θέμα προς αντιμετώπιση, ενώ η φαιδρή εκμετάλλευσή της για να δημιουργηθούν ιδεολογήματα υπηρετεί σκοπιμότητες, οι οποίες δεν αντιμετωπίζονται.

Αντιθέτως πολώνουν, διχάζουν και δημιουργούν πολεμικό κλίμα, χωρίς όρια και με μοναδικό σκοπό τη διάλυση της κοινωνικής συνοχής σε όφελος συγκεκριμένων μικροπολιτικών συμφερόντων.

Για μένα οι βάνδαλοι του Πανεπιστημίου είναι ίδιοι με τους βέβηλους των εβραϊκών μνημείων. Οι καταστροφείς των μνημείων είτε αυτά είναι το άγαλμα του Μ. Αλεξάνδρου, είτε το μνημείο του Ολοκαυτώματος είναι το ίδιο καταδικαστέοι. Εκτός πια αν υπάρχει καλή και κακή βία, εκτός αν φτάσαμε στο σημείο να δικαιολογούμε φόνους.

«Τους ξέρουμε...» λένε οι ανακοινώσεις όλων, αριστερών, δεξιών, κεντρώων κτλ. Ο καθένας ξέρει του αλλουνού. Το ό,τι κλείνουν το μάτι ο ένας σε κάποιους και ο άλλος στους άλλους το ξέρουν; Αντιλαμβάνονται πόσο επικίνδυνα είναι τα παιχνιδάκια που παίζουν;

Και μετά απαιτούν και σεβασμό και καταδίκες, όταν με τη φρασεολογία τους και με την πρακτική τους έχουν αποδείξει ότι διακατέχονται από μισαλλοδοξία κι από τυφλό υποκειμενισμό.

Σε μια κοινωνία που θέλει να προοδεύσει όποιος κι αν αντιμετωπίζει τη δημόσια περιουσία με ασέβεια πρέπει να απομονώνεται και να καταδικάζεται. Από την κοινωνία πρώτα. Αλλά θα μου πεις τα κόμματα και οι πολιτικοί φορείς δεν έχουν και την καλύτερη σχέση με την κοινωνία... Και η κοινωνία παρακολουθεί -φοβισμένη να αντιδράσει- τους λίγους να επιβάλουν τη βούλησή τους και την καταστροφική τους μανία.

Η Πολιτεία επίσης ασεβεί απέναντι στα μνημεία. Δε φροντίζει ούτε να τα συντηρεί επαρκώς, ούτε να τα προστατεύει, ούτε να τα προβάλει. Τα στήνει και τα εγκαταλείπει, απαιτώντας το δικό μας σεβασμό και φροντίδα.

Οι δήμοι αδυνατούν να περιφρουρήσουν τα μνημεία και τους δημόσιους χώρους. Θα έπρεπε όμως να είναι δουλειά τους και να το κάνουν. Ας βρουν τον τρόπο. Είμαι βέβαιος πως αν το θελήσουν θα το αναδείξουν και θα το πετύχουν. Αν θέλουν...

Αν αντιμετωπίζετε το γκραφίτι ως τέχνη βρείτε χώρους για τους... δημιουργούς.

Δεν είναι η πρώτη φορά που έχουμε βανδαλισμούς και βεβηλώσεις. Παλιά η μόδα ήταν τα κοιμητήρια. Δυστυχώς κάποιοι δε σέβονται. Τι δε σέβονται ποικίλει κάθε φορά. Άσε δηλαδή που δεν έμαθαν γενικώς το σεβασμό κι έτσι όποτε τους δοθεί η ευκαιρία να εκδηλώσουν την ασέβειά τους, την εκφράζουν όπου βρουν.

Εδώ μπαίνει η Παιδεία. Που στην Ελλάδα πλέον είναι ένα ανέκδοτο. Δείτε με πόση ευκολία χρησιμοποιούνται χαρακτηρισμοί και προσωπικές προσβολές στο δημόσιο λόγο, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στην ίδια τη Βουλή. Αυτοί που δε σέβονται προσωπικότητες, δε σέβονται τη διαφορετική άποψη, έχουν κι από δυο τρία πτυχία, μεταπτυχιακά, διδακτορικά... Ούτε το σχολείο, ούτε το πανεπιστήμιο και δυστυχώς ούτε η οικογένεια μπόρεσαν να τους μορφώσουν.

Οι βάνδαλοι και οι βέβηλοι δεν είναι αγράμματοι, αναλφάβητοι επαρχιώτες, αλλά κανακάρηδες αστών στις περισσότερες περιπτώσεις, που έχουν βαρεθεί από την εφηβεία τη ζωή τους και ξεσπούν την οργή τους και τον πρωτογονισμό τους σε ό,τι συμβολίζει κάτι (το τι δεν έχει σημασία). Έτσι προκαλούν περισσότερους, έτσι ενοχλούν περισσότερο, έτσι περνούν πιο εύκολα το μήνυμά τους. Έτσι κάνουν την επομένη τους μάγκες στους υπόλοιπους.

Είναι και οι μονίμως θυμωμένοι, οι μισαλλόδοξοι, για τους οποίους δεν έχω λόγο, δε με αφορούν καν. Σε όσους φαντασιώνονται πάσης φύσεως κρεμάλες μόνο αδιαφορία. Αυτοί δεν έχουν καμιά τύχη. Σε κάθε κοινωνία υπάρχουν αποβράσματα. Όταν αρχίσεις και ασχολείσαι μαζί τους...

Απαιτείται οι υγιείς δυνάμεις αυτού του τόπου να καθίσουν σε ένα τραπέζι και να κοιτάξουν με ποιο τρόπο μπορούν να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά αυτές οι ενέργειες. Πως μπορούμε να πείσουμε ότι αυτός ο τρόπος έκφρασης της οργής, της αντίδρασης, ακόμη και των απόψεων δεν είναι ο σωστός. Πως θα επανεφεύρουμε τον ορισμό της ντροπής και του σεβασμού (όχι του φόβου) και κυρίως πως θα στήσουμε μια κοινωνία με λιγότερο μίσος, περισσότερες ελευθερίες και διεξόδους, ειδικά για τους νέους, που ωθούνται στην άρνηση και στη δημιουργία αντιπάλων, επειδή κάτι κάνουμε όλοι οι υπόλοιποι στραβά.

Αν δε σταματήσει η ρητορική του μίσους, αν δεν πάψει ο δημόσιος λόγος να χωρίζει τους συνανθρώπους μας σε πατριώτες και προδότες, σε φασίστες και τρομοκράτες, αν ρίξουμε τους τόνους ίσως να δώσουμε μια ευκαιρία στον πολιτισμό, στην Ιστορία, στη μνήμη, στην άποψη, στο σεβασμό, στον άνθρωπο και βέβαια στα μνημεία και τη δημόσια (και ιδιωτική) περιουσία.