Skip to main content

Καλώς βρήκε τα λεωφορεία στη Λειψία ο δήμος, κακώς όμως τα πληρώνει

Για ποιο λόγο ο δήμος να ξοδέψει τα λεφτά των δημοτών για να καλυφθούν ανάγκες για τις οποίες αποκλειστικός υπεύθυνος να τις καλύψει είναι το κράτος;

Πρώτη μέρα σήμερα της σταδιακής χαλάρωσης της καραντίνας, το ενδιαφέρον όσον αφορά τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, στρέφεται στην ασφάλεια των μετακινήσεων. Κατά πόσο έχουν ληφθεί όλα τα αναγκαία μέτρα, όχι μόνο ατομικής προφύλαξης, αλλά και αύξησης των δρομολογίων, ώστε να αποφευχθεί ο επικίνδυνος συνωστισμός.

Βεβαίως, το όποιο πρόβλημα αναμένεται να παρουσιαστεί γύρω στα τέλη του μήνα ή και μέσα στον Ιούνιο όταν θα έχει ολοκληρωθεί η πλήρης άρση των περιοριστικών μέτρων και θα έχουν υποχωρήσει ταυτόχρονα και οι πρώτες εύλογες επιφυλάξεις ως προς τη μετακίνηση με τα ΜΜΜ.

Ειδικότερα, στη Θεσσαλονίκη, ο προβληματισμός είναι μεγαλύτερος καθώς διαθέτει ένα και μόνο ΜΜΜ κι αυτό σε κακή κατάσταση. Βεβαίως, ο αποδεκατισμένος στόλος των λεωφορείων θα αποδειχθεί επαρκής γι' αυτές τις πρώτες βδομάδες μετά την καραντίνα, αλλά η ανάγκη για την άμεση ενίσχυση του στόλου είναι αδήριτη. Η είσοδος των ΚΤΕΛ με εκατό επιπλέον οχήματα δίνει μια σημαντική ανάσα, κυρίως όμως, στις περιφερειακές λεωφορειακές γραμμές, εκτός πολεοδομικού συγκροτήματος. Εντός πόλης το πρόβλημα εξακολουθεί να παραμένει οξύ.

Υπό αυτή την έννοια η πρωτοβουλία του δήμου Θεσσαλονίκης να κινητοποιηθεί για την προμήθεια πενήντα μεταχειρισμένων οχημάτων τα οποία θα διαθέσει εν συνεχεία μέσω χρησιδανείου στον ΟΑΣΘ, είναι ασφαλώς σημαντική. Ως γνωστόν τα λεωφορεία θα αγοραστούν από τον αδελφοποιημένο δήμο Λειψίας, θα είναι ηλικίας έως δέκα ετών, άρα σε πολύ καλύτερη κατάσταση από τα περισσότερα τα οποία διαθέτει σήμερα ο ΟΑΣΘ. Όλα αυτά βεβαίως, υπό την προϋπόθεση ότι η νομοθετική πρωτοβουλία που πήρε η κυβέρνηση προκειμένου να διευκολύνει αυτήν την αγορά θα αποδειχθεί επαρκής και αποτελεσματική καθώς διατυπώνονται από ορισμένες πλευρές επιφυλάξεις κατά πόσο η διατύπωση στην Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου είναι ορθή ή χρήζει διόρθωσης.

Πέραν αυτού, όμως, γεννάται το ερώτημα, κατά πόσον είναι φρόνιμο ο δήμος να συμβάλλει και χρηματικά για την ολοκλήρωση αυτής της αγοράς. Ορθώς ο δήμαρχος Κωνσταντίνος Ζέρβας έθεσε στις πρώτες προτεραιότητές του το ζήτημα του ΟΑΣΘ, συμμετέχοντας μάλιστα ο ίδιος, ως εκπρόσωπος του δήμου, στις συνεδριάσεις του δ.σ. του Οργανισμού. Ορθώς, επίσης, διερεύνησε και βρήκε τρόπο, προκειμένου να έρθουν πενήντα οχήματα από την Λειψία τα οποία η πόλη τα έχει πολύ μεγάλη ανάγκη.

Όμως, η Θεσσαλονίκη έχει και πολλές άλλες ανάγκες τις οποίες αρμόδιος να τις ικανοποιήσει είναι αποκλειστικά και μόνον ο δήμος. Συνεπώς, γιατί αυτό το περίπου ένα εκατομμύριο το οποίο πρόκειται να δαπανηθεί για την αγορά των λεωφορείων, να μην διατεθεί για την κάλυψη άλλων αναγκών της πόλης; Για ποιο λόγο να ξοδέψει ο δήμος τα λεφτά των δημοτών του προκειμένου να καλυφθούν ανάγκες για τις οποίες αποκλειστικός υπεύθυνος να τις καλύψει είναι το κράτος;

Δεν είναι δουλειά του δήμου να “δανείζει” στο κράτος. Άλλωστε, η κυβέρνηση προτίθεται να ξοδέψει ως το φθινόπωρο περί τα 18 εκατ. ευρώ προκειμένου να μισθώσει μεταχειρισμένα λεωφορεία για τον ΟΑΣΘ. Δεν θα χαλάσει ο κόσμος εάν αυτά τα 18 εκατ. γίνουν 19. Αντιθέτως, το ένα εκατομμύριο το οποίο θα στερηθεί ο δήμος μπορεί να καλύψει άμεσες ή και χρονίζουσες ανάγκες της πόλης. Μπορεί να αποτελέσει τη μαγιά, το θεμέλιο, πάνω στο οποίο θα χτιστούν πολιτικές οι οποίες θα αλλάξουν την πόλη.

Μπορεί για παράδειγμα να αποτελέσει την “πρώτη κατάθεση” για τη διεκδίκηση από το δήμο εμβληματικών ακινήτων, όπως π.χ. το εγκαταλειμμένο βιομηχανικό συγκρότημα του Αλλατίνη ή αυτό της Αλυσίδας, με σκοπό τη δημιουργία ενός σύγχρονου βιομηχανικού μουσείου ή και πολιτιστικών χώρων. Μπορεί ακόμη να τα διαθέσει για απαλλοτριώσεις, απελευθερώνοντας δημόσιο χώρο προς όφελος των δημοτών. Μπορεί να κάνει διάφορα, για τα οποία είναι αρμόδιος και συγχρόνως και υπόλογος. Η αστική συγκοινωνία μπορεί να είναι εδώ και χρόνια το υπ' αριθμόν ένα πρόβλημα της πόλης, κατά συνέπεια, ορθώς ο δήμος ασχολείται και βρίσκει και λύσεις, από κει και πέρα, όμως, άλλοι είναι εκείνοι που θα πρέπει να βάλουν το χέρι στην τσέπη.