Skip to main content

Είναι η άρνηση εμβολιασμού λόγος απόλυσης;

Αποτελεί η άρνηση του εμβολιασμού κατά του κορωνοϊού βάσιμο λόγο καταγγελίας της σύμβασης ενός εργαζόμενου από μία επιχείρηση;

Σημαντικά και επίκαιρα ερωτήματα εγείρει η έναρξη του εμβολιαστικού προγράμματος για τον κορωνοϊό, τα οποία δεν αφορούν μόνο στην υποχρεωτικότητά του, αλλά και τα μέτρα περιορισμού δικαιωμάτων που μπορεί να συνεπάγεται η άρνησή του.

Το δικαίωμα της συναίνεσης του ατόμου για κάθε ιατρική πράξη έρχεται συχνά σε αντίθεση με την ηθική υποχρέωση προστασίας της δημόσιας υγείας.

Αποτελεί όμως η άρνηση του εμβολιασμού βάσιμο λόγο καταγγελίας της σύμβασης ενός εργαζόμενου;

Aπό τις διατάξεις του νόμου 4675/2020 προβλέπεται ότι το Εθνικό Πρόγραμμα Εμβολιασμών διευρύνεται και επικαιροποιείται μετά από Υπουργική Απόφαση, η οποία και προσδιορίζει τα ενδεδειγμένα επιστημονικά εμβόλια ανά νόσημα, ηλικία και φύλο. Από την ανωτέρω διάταξη συνάγεται ότι ο εμβολιασμός δεν είναι καταρχάς υποχρεωτικός, αλλά αποτελεί υποχρέωση του Κράτους στο πλαίσιο της πρόληψης, προστασίας και βελτίωσης της υγείας του πληθυσμού.

Ο ίδιος ο νόμος ωστόσο αναφέρει ότι, κατ’ εξαίρεση, σε περιπτώσεις εμφάνισης κινδύνου διάδοσης μεταδοτικού νοσήματος, που ενδέχεται να έχει σοβαρές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία, μπορεί να επιβάλλεται, με απόφαση του Υπουργού Υγείας, υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού.

Από όλα τα ανωτέρω προκύπτει ότι η υποχρεωτικότητα αποφασίζεται ως έκτακτο και προσωρινό μέτρο προστασίας της δημόσιας υγείας σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και για συγκεκριμένη και μόνο ομάδα του πληθυσμού.

Τι συμβαίνει όμως στους χώρους εργασίας, σε συνάρτηση με μία πιθανή υποχρέωση εμβολιασμού; Στο άρθρο 49 του νόμου 3850/10 με τίτλο «υποχρεώσεις εργαζομένων» ορίζεται ότι κάθε εργαζόμενος έχει υποχρέωση να εφαρμόζει τους κανόνες υγείας και ασφαλείας και να φροντίζει ανάλογα με τις δυνατότητες του για την ασφάλεια και την υγεία του, καθώς και για την ασφάλεια και την υγεία των άλλων ατόμων που επηρεάζονται από τις πράξεις ή παραλείψεις του κατά την εργασία.

Βάσει των ανωτέρω και της ειδικής για τον κορωνοϊό νομοθεσίας (επιβολή της χρήσεως μάσκας στους χώρους εργασίας), ο εργοδότης δικαιούται να απαιτήσει από τους μισθωτούς να υπακούσουν και να εφαρμόσουν τα σχετικά υγειονομικά μέτρα, δεν καθίσταται δε υπερήμερος και δεν οφείλει αποδοχές όταν δεν επιτρέπει στον μισθωτό, που δεν συμμορφώνεται, να προσέλθει στον τόπο εργασίας και να παρέχει την εργασία του.

Η συνεχής μάλιστα άρνηση συμμόρφωσης του μισθωτού μπορεί να ερμηνευθεί και ως άρνηση παροχής προσηκόντως της εργασίας του και ενδεχομένως ως οικειοθελής αποχώρηση αυτού.

Επί της ουσίας, σε περίπτωση υποχρεωτικότητας του εμβολιαστικού προγράμματος η άρνηση εμβολιασμού του μισθωτού θα μπορούσε να ερμηνευθεί και ως άρνηση παροχής προσηκόντως της εργασίας του και ενδεχομένως ως οικειοθελής αποχώρηση αυτού ή βάσιμου λόγου καταγγελίας της συμβάσεώς του. Η άρνησή του θα μπορούσε να ερμηνευθεί ότι αντίκειται στην καλή πίστη και την ειδική για το εργατικό δίκαιο έκφραση της υποχρέωσης πίστης, καθώς ο εργοδότης θέλει να είναι απολύτως βέβαιος ότι η εργασία του μισθωτού στην επιχείρηση δεν αποτελεί κίνδυνο για την υγεία των λοιπών μισθωτών.

Από την άλλη πλευρά, βέβαια, η ευρεία αποδοχή περιορισμών δικαιωμάτων για προστασία της δημόσιας υγείας, λόγω ανάγκης, δεν επιτρέπει καταχρηστικές αποφάσεις. Ο εμβολιασμός αποτελεί ιατρική πράξη και ο υποχρεωτικός εμβολιασμός προσκρούει στον πυρήνα του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης, ενώ ως ιατρική πράξη η εφαρμογή της προϋποθέτει την πληροφορημένη συναίνεση του ατόμου, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.

Συνεπώς η όποια απόφαση εφαρμογής υποχρεωτικού εμβολιασμού πρέπει να προσδιορίζει τον πληθυσμό-στόχο και να εξειδικεύει το είδος και τα μέτρα περιορισμού δικαιωμάτων, που συνεπάγεται η άρνησή του.

Μιχαήλος και Συνεργάτες
Νομικές Υπηρεσίες
https://www.andreasmichailos.gr