Skip to main content

Ιστορίες Παλιάς Θεσσαλονίκης: Ο Γάλλος Έλγιν και η αρπαγή των Μαγεμένων που κοσμούν το Μουσείο του Λούβρου

Ποιες ήταν οι Καρυάτιδες της Θεσσαλονίκης και γιατί συνδέονται με τα μάγια που έκανε απατημένος σύζυγος στον Μεγαλέξανδρο; Το δάκρυ Οθωμανών, Χριστιανών και Εβραίων για την αρπαγή ενός μνημείου του 2ου μ.Χ. αιώνα

Πέντε ανάγλυφοι πεσσοί, πέντε τετράγωνες στήλες με γλυπτές μορφές διπλής όψης πάνω στις κιονοστοιχίες που συνδέονται με σκηνές των μυθολογικών κύκλων του Δία και του Διόνυσου, αλλά και με έναν μύθο που θέλει τον βασιλιά της Θράκης να έκανε μάγια στον Μέγα Αλέξανδρο όταν εκείνος σύναψε παράνομη ερωτική σχέση με τη βασίλισσα, κρύβουν μια ωραία ιστορία που έρχεται από τα μέσα του 19ου αιώνα.

Οι τέσσερις πεσσοί ξηλώθηκαν βίαια και μεταφέρθηκαν με καράβι μια βροχερή νύχτα από τον Γάλλο παλαιογράφο Εμμανουέλ Μιλλέρ το 1864 στο Παρίσι, όπου και εκτίθενται σήμερα στο Μουσείο του Λούβρου, ενώ ένας πέμπτος εντοπίστηκε το 1997 στη διάρκεια εργασιών για την τοποθέτηση δικτύου φυσικού αερίου το 1997 και βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης.

Οι Μαγεμένες ή Ενκαντάδας (Incantadas) ή Ειδώλια, ή σε πιο σύγχρονη παραφθορά Καρυάτιδες της Θεσσαλονίκης, κοσμούσαν αρχικά ένα δημόσιο κτήριο της Ρωμαϊκής Αγοράς, στη συνέχεια σε σπίτι Εβραίου κατοίκου, από όπου και αποσπάστηκαν με βίαιο τρόπο και μεταφέρθηκαν στη Γαλλία.

Image
Χαρακτικό του 1831, E.M. Cousinéry, Voyage dans la Macédoine, Paris

Η αρπαγή και τα μπαστουνόξυλα των Οθωμανών στρατιωτών

Ο Εμμανουέλ Μιλλέρ (1812-1886) ήταν Γάλλος παλαιογράφος δάσκαλος στην Σχολή Ανατολικών Σπουδών στο Παρίσι, -θέση στην οποία τον διαδέχτηκε ο Έλληνας γλωσσολόγος Γιάννης Ψυχάρης- και διατηρούσε στενές σχέσεις με τον αυτοκράτορα Ναπολέοντα Γ΄. Ταξίδεψε πολλές φορές στην Ελλάδα στο πλαίσιο μελετών του για τους Κώδικες και έκανε αποστολές στη Θάσο, στη Θεσσαλονίκη και στο Άγιον Όρος, ιδιαίτερα στη Μονή Βατοπεδίου.

Τον Οκτώβριο του 1864 βρίσκεται, ερχόμενος από τη Θάσο, στη Θεσσαλονίκη και στέλνει επιστολή στη γυναίκα του στο Παρίσι, στην οποία αναφέρει πως ο μεγάλος βεζίρης, Φουάτ πασάς, του έκανε γνωστό ότι ο σουλτάνος του έδωσε άδεια να αφαιρέσει και να πάρει μαζί του τους τέσσερις πεσσούς με τις οκτώ γλυπτές μορφές των Μαγεμένων.

«Ο εβραϊκός και ο ελληνικός πληθυσμός θα εκμανεί, όταν μάθει ότι θα του πάρουν αυτά τα αγάλματα», της γράφει. Ξέρει τις αντιδράσεις που θα προκληθούν, αλλά δεν πτοείται.

Image
Εμμανουέλ Μιλλέρ-Πορτρέτο της εικαστικού Άννας Κοντακτσίου

Όπως διασώζει ο αείμνηστος ιστορικός, Απόστολος Βακαλόπουλος, ο Μιλλέρ φτάνει στη Θεσσαλονίκη με γαλλικό πολεμικό πλοίο τον Οκτώβριο του 1864 και προκειμένου να μην δώσει στόχο για τις προθέσεις του, αγκυροβολεί στην περιοχή των Μύλων Αλλατίνη. Ήταν ημέρα Σάββατο, αργία για τους Εβραίους και στο εμπορικό κομμάτι της πόλης δεν υπήρχε καθόλου κίνηση.

Σύμφωνα πάντα με τον Βακαλόπουλο, ο Μιλλέρ έμαθε από τον Γάλλο πρόξενο πως η εντολή που ήρθε από το Παρίσι ήταν να σηκώσει όχι μόνο τα γλυπτά, αλλά όλο το μνημείο, πάνω στο οποίο βρισκόταν, κάτι που ωστόσο δεν μπορούσε να γίνει γιατί δεν υπήρχε ο μηχανισμός και ο εξοπλισμός για μια τέτοια επιχείρηση.

Οι Μαγεμένες βρισκόταν σε ένα εβραϊκό σπίτι στην καρδιά του εμπορικού κέντρου και το νέο άρχισε να διαδίδεται από στόμα σε στόμα.

Τη Δευτέρα 2 Νοεμβρίου 1864 όταν ξεκίνησε η αποξήλωση του μνημείου, πολύς κόσμος συγκεντρώθηκε για να διαμαρτυρηθεί, η εμφάνιση όμως του Φουάτ πασά, ο οποίος έσπευσε στο σημείο, τους διασκόρπισε. Ήταν και η... συμβολή των Οθωμανών στρατιωτών που με μπαστουνόξυλα απομάκρυναν τους περίεργους, οι οποίοι συνωθούνταν εκεί γύρω και παρακολουθούσαν με συγκίνηση. Ο Μιλλέρ, ως άλλος Έλγιν, δεν πτοείται, η αφαίρεση των γλυπτών συνεχίζεται.

«Για να αναγκάσουμε τους Εβραίους να αποτραβηχτούν, καταφύγαμε σε κουβάδες με νερό... την προσεχή εβδομάδα θα φέρουμε από το πλοίο την πυροσβεστική αντλία, καθώς υπάρχει ένα πηγάδι στο σπίτι των Incantadas, να καταβρέξουμε τους ενοχλητικούς θεατές, ώστε να αφαιρέσουμε την όρεξη για το θέαμα», γράφει στη σύζυγό του.

Βοδάμαξες, που σέρνουν τέσσερα ζευγάρια ζώων, αγκομαχώντας μέσα από τα στενά δρομάκια μεταφέρουν τα τεράστια γλυπτά στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης. Εκεί έχει δέσει το πολεμικό πλοίο La Mouette -που αντικατέστησε το προηγούμενο, το οποίο ήταν πιο μικρό. Αγάλματα, στυλοβάτες, επιστύλια φορτώνονται εντός του. Η πόλη σε σοκ. Οθωμανοί, Εβραίοι, Χριστιανοί, αποχαιρετούν τον θησαυρό τους. Οι περισσότεροι με δάκρυα στα μάτια.

«Η επιμονή του Μιλλέρ να τελειώσει με το θέμα της αρπαγής του μνημείου κάνει το μυαλό του και τη φαντασία του να βρίσκονται σε τέτοια εγρήγορση, ώστε μένει άυπνος πολλές ώρες τη νύχτα. Αναζητά τρόπους να αντιμετωπίσει τα διάφορα προβλήματα που του παρουσιάζονται... παρηγορείται με τη σκέψη ότι δεν υπάρχει στο Παρίσι ένα αρχαίο ελληνικό μνημείο με παρόμοιες διαστάσεις» αναφέρει ο Βακαλόπουλος.

Σχεδόν 65 χρόνια πριν ο λόρδος Έλγιν αφαιρούσε 253 γλυπτά έργα και αρχιτεκτονικά μέλη από την Ακρόπολη. Μόνο από τον Παρθενώνα πήρε 96 ακέραια ή ακρωτηριασμένα γλυπτά, πολλά από τα οποία βρίσκονται σήμερα στο Βρετανικό Μουσείο και είναι από χρόνια σε εξέλιξη ένας διπλωματικός μαραθώνιος για την επιστροφή τους. Ο Μιλλέρ το γνώριζε... αφού το έκανε ο Έλγιν, γιατί όχι κι αυτός;

Ο Γάλλος παλαιογράφος δεν μπορούσε να ερμηνεύσει τη χρήση του μνημείου στην πρώτη φάση της κατασκευής του. Αντιλαμβανόταν πως στο εβραϊκό σπίτι τοποθετήθηκαν αργότερα, πού βρισκόταν όμως πριν;

Για να το μάθει έπρεπε να ψάξει και να σκάψει. Τον Νοέμβριο του 1864 η Θεσσαλονίκη επλήγη από δυνατές νεροποντές που δεν του επέτρεπαν να κάνει ανασκαφές.... αν και θα το ήθελε πολύ. Μαρτυρίες της εποχής αναφέρουν πως κάτοικοι του έδειχναν αρχαιότητες και επιχειρούσαν να του τις πουλήσουν, μεταξύ αυτών και ένας Οθωμανός που του ζήτησε υπέρογκο ποσό για ένα ακέραιο άγαλμα. Η προστασία των αρχαιοτήτων ήταν την εποχή εκείνη άγνωστη έννοια.

Image
ΔΕΘ-HELEXPO

Αρχές Δεκεμβρίου φορτώνονται και τα τελευταία κομμάτια στο πλοίο, το οποίο σηκώνει άγκυρα και αναχωρεί για τη Γαλλία. Οι Μαγεμένες αποχαιρετούν τη Θεσσαλονίκη. Η Θεσσαλονίκη αποχαιρετά ένα κομμάτι της ιστορίας της.

Ο μύθος για τον παράνομο δεσμό του Μεγαλέξανδρου

Οι Μαγεμένες αποτελούσαν αναπόσπαστο τμήμα ενός δημόσιου κτίσματος στη Ρωμαϊκή Αγορά της Θεσσαλονίκης. Όπως λέει στη Voria, η ομότιμη καθηγήτρια Κλασικής Αρχαιολογίας στο Α.Π.Θ., Θεοδοσία Στεφανίδου-Τιβερίου, «η χρονολόγηση του μνημείου που γίνεται πλέον αποδεκτή, είναι γύρω στο 150-160 μ.Χ. – τη δέχονται και οι Γάλλοι συνάδελφοι» και οι Μαγεμένες είναι φιλοτεχνημένες «από μάρμαρο Θάσου και από Αθηναίους τεχνίτες που αποτελούσαν μέρος συνεργείου, το οποίο δούλευε την εποχή εκείνη στη Θεσσαλονίκη».

Εκτός από την επιστημονική προσέγγιση του θέματος, υπάρχει και ένας μύθος που τυλίγει τις Μαγεμένες και πάει ακόμη πιο πίσω στον χρόνο την ιστορία. Ο μύθος λέει πως οι πεσσοί αυτοί ήταν τμήμα μιας στοάς που ένωνε το παλάτι του Μεγάλου Αλεξάνδρου με εκείνο του βασιλιά της Θράκης. Ο Μακεδόνας στρατηλάτης είχε συνάψει μια παθιασμένη ερωτική σχέση με τη βασίλισσα και κάθε βράδυ την επισκεπτόταν κρυφά στο δωμάτιό της, διασχίζοντας τη στοά. Ο βασιλιάς το έμαθε και διέταξε τους ακολούθους του να κάνουν μάγια και να μαρμαρώσουν τον Μέγα Αλέξανδρο. Το έμαθε όμως κι εκείνος και συμβουλευόμενος τον δάσκαλό του, τον Αριστοτέλη, όχι μόνο δεν πήγε στο ραντεβού, αλλά αντέστρεψε τα μάγια εναντίον του βασιλιά. Ανήσυχη η βασίλισσα, όταν είδε πως ο εραστής της δεν ερχόταν, ξεκίνησε για το παλάτι του Αλέξανδρου, σιωπηλά μέσα στη νύχτα και τα μάγια έπιασαν εκείνη, που πέτρωσε, όπως και η συνοδεία της, μέσα στη στοά. Κι έτσι, όπως λέει ο μύθος, προέκυψαν οι οκτώ ανάγλυφες μορφές στις δύο όψεις κάθε πεσσού.

Ποιο κτήριο σε ποιο οικόπεδο;

Οι αμφίπλευροι πεσσοί απεικονίζουν μορφές και σκηνές μυθολογικών κύκλων του Δία και του Διόνυσου. Η μία φέρει Μαινάδα με αυλό και τη Νίκη, η άλλη έχει στη μία όψη τη Νίκη και στην άλλη την Αύρα, η τρίτη την Αριάδνη και τον Διόσκουρο και η τέταρτη τη Λήδα και τον Δία με τον Γανυμήδη.

Η κ. Στεφανίδου-Τιβερίου εξηγεί ότι «είναι εξαιρετικά δύσκολο να ανακαλύψει κανείς τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα στις διονυσιακές μορφές (συνολικά τρεις), τα ερωτικά ζεύγη (Γανυμήδης με αετό, Λήδα με κύκνο) και τον Διόσκουρο με τη γυναικεία μορφή δίπλα του (μια από τις απαχθείσες κόρες του Λεκίππου;). Διακριτός σε σχέση με των προηγούμενων είναι ο ρόλος της Νίκης, η οποία έχει κλειστά τα σκέλη και φαίνεται να πετούσε πάνω σε σφαίρα. Θα έλεγα ότι δύσκολα μπορούμε να αποφύγουμε την υπόθεση ότι επρόκειτο για κάποιο μνημείο με πολιτική σημασία, κάτι που είναι πιθανό και λόγω της θέσης και του μεγέθους του».

Η αναζήτηση του κτηρίου στο οποίο εντάσσονταν η αμφιπρόσωπη κιονοστοιχία είναι αντικείμενο μελέτης και συζήτησης στην επιστημονική κοινότητα.

Ο αρχαιολόγος, Αστέριος Λιούτας, υποστηρίζει ότι «ήταν κατά πάσα πιθανότητα ένα συγκρότημα, που αποτελούσαν το γυμνάσιο της πόλης και ένα κτίσμα θερμών. Η στοά με τα ανάγλυφα έπαιζε ρόλο διαχωριστικού αρχιτεκτονήματος, που υπερέβαινε σε ύψος τα δύο κτίσματα και το επάνω μέρος του, αυτό με τους ανάγλυφους πεσσούς, ήταν ορατό και από τις δύο πλευρές». Σημειώνει ωστόσο και τονίζει πως αυτό που υποστηρίζει είναι «βασίμως υποθετικό».

Σύμφωνα με τον ίδιο, η στοά αποτελούνταν από μία κιονοστοιχία τουλάχιστον 5 αράβδωτων κιόνων με κορινθιακά κιονόκρανα και αττικού τύπου βάση. Οι κίονες πατούσαν σε βάθρα και στήριζαν ψηλό και σύνθετο επιστύλιο, στη μία όψη του οποίου υπήρχε η επιγραφή (ΕΡΓΟ)Ν ΓΕΓΕΝΗΜΕΝΟΝ ΥΠΟ... ακολουθούσε το όνομα του χορηγού, το οποίο δεν σώθηκε.

Άγνωστο πότε και πώς το μνημείο κατέρρευσε-πιθανόν εξαιτίας ισχυρού σεισμού- και σε όλη τη διάρκεια των βυζαντινών χρόνων δεν υπάρχει κάποια μαρτυρία γι΄αυτό. Αποτυπώνεται ωστόσο σε χαρακτικά του 17ου αιώνα -το τμήμα που έμεινε όρθιο- κι έτσι γνωρίζουμε τη θέση των Μεγεμένων, στο σπίτι του Εβραίου κατοίκου της πόλης.

«Το μνημείο είναι ενταγμένο στο σπίτι ενός εμπόρου, απόγονου των Εβραίων που ήρθαν στη Θεσσαλονίκη επί σουλτάνου Βαγιαζίτ του Β΄, 300 χρόνια πριν τη δημιουργία των χαρακτικών, διωγμένοι από την Ισπανία, επειδή αρνήθηκαν να ασπαστούν τον Χριστιανισμό. Είναι οι γνωστοί Σεφαραδίμ ή Σεφαραδίτες που τον 19ο αιώνα αποτελούσαν τον μισό πληθυσμό της πόλης. Στους Εβραίους της Θεσσαλονίκης οφείλεται και το πιο γνωστό όνομα του μνημείου, Μαγεμένες από το Las Incantadas, το οποίο έχει υιοθετηθεί από την επιστημονική αρθρογραφία», αναφέρει ο κ. Λιούτας.

Σύμφωνα με τη μαρτυρία της Τζεντίλ Κοέν, το σπίτι καταστράφηκε από την πυρκαγιά του 1917. Τη μαρτυρία της Κοέν ανέσυραν από δημοσίευμα της εφημερίδας «Μακεδονία» του 1939, ο Ευάγγελος Χεκίμογλου και η Έλλη Γκαλά-Γεωργιλά, οι οποίοι μέσα από μια πολύ συστηματική έρευνα εντόπισαν το οικόπεδο όπου βρισκόταν το σπίτι.

Οι ερευνητές αναφέρουν ότι, «το οικόπεδο βρίσκεται στο κεντρικότερο σημείο της πόλης: στο κέντρο της μεγάλης πλατείας που εκτείνεται πάνω από την οδό Εγνατία και ορίζεται δυτικά από την Παναγία Χαλκέων και ανατολικά από το Μπέη Χαμάμ και ταυτόχρονα πάνω στον άξονα της Αριστοτέλους, περίπου 70 μέτρα πίσω από το άγαλμα του Ελευθέριου Βενιζέλου».

Στα έγκατά του κρύβει το μυστικό για το ρωμαϊκό κτήριο που συνδέεται με τις Μαγεμένες, ίσως και άλλες εξίσου συναρπαστικές ιστορίες από την αρχαιότητα.

Οι Μαγεμένες σήμερα

Οι Ενκαντάδας βρίσκονται σήμερα στο Μουσείο του Λούβρου. Πιστά αντίγραφά τους έχουν τοποθετηθεί από τον Σεπτέμβριο του 2017 δίπλα από την είσοδο του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης. Τα αντίγραφα κατασκευάστηκαν στο Λούβρο και ήρθαν το 2015 στην πόλη χάρη στην υποστήριξη της προσπάθειας από τον Δήμο Θεσσαλονίκης, στη γενναία χρηματοδότηση της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης και τη συνδρομή τεσσάρων τοπικών φορέων (Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης, Επαγγελματικό Επιμελητήριο Θεσσαλονίκης, Οργανισμός Λιμένος Θεσσαλονίκης, Εταιρεία Ύδρευσης και Αποχέτευσης Θεσσαλονίκης), καθένας από τους οποίους «υιοθέτησε» και έναν πεσσό.

Image
ΔΕΘ-HELEXPO

Επιπλέον, στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης υπάρχει ο πέμπτος πεσσός, που βρέθηκε το 1997 και στο πωλητήριό του η πιο πλήρης καταγραφή αυτή της γοητευτικής ιστορίας. Η εξαιρετικά ενδιαφέρουσα έκδοση με τίτλο «The work of magic art. Ιστορία, χρήσεις και σημασίες του μνημείου των Incantadas στη Θεσσαλονίκη», αποτελεί την αποτύπωση του ερευνητικού προβληματισμού γύρω από την ιστορία, την ερμηνεία, τις περιπέτειες, τις χρήσεις και τη σημασία του γλυπτικού αυτού συνόλου, όπως παρουσιάστηκαν σε σχετική ημερίδα.

Την έκδοση έχουν επιμεληθεί η Εσθήρ Σολομών, επίκουρη καθηγήτρια Μουσειολογίας Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και η Στυλιάνα Γκαλινίκη, Αρχαιολόγος, Δρ. Αρχιτεκτονικής ΕΜΠ, προϊσταμένη του Τμήματος Συλλογών Λίθινων, Τοιχογραφιών και Ψηφιδωτών, του ΑΜΘ.

Εξωτερική φωτογραφία: Λιθογραφία του 1830 των James Stuart και Nicholas Revett