Skip to main content

Κοινό υπόμνημα προτάσεων από ΓΣΕΒΕΕ και ΠΟΦΕΕ προς την Διαρκή Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου

Πρόκειται για προτάσεις για την ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής οδηγίας για τη δημοσιοποίηση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος από ορισμένες επιχειρήσεις και υποκαταστήματα

Υπόμνημα προτάσεων κατέθεσε την Τρίτη 7 Νοεμβρίου 2023, προς την Διαρκή Επιτροπή Παραγωγής και Εμπορίου της Βουλής, από κοινού η Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ) και η Πανελλήνια Ομοσπονδία Φοροτεχνικών Ελευθέρων Επαγγελματιών (Π.Ο.Φ.Ε.Ε.), μέσω του Γενικού Γραμματέα του Δ.Σ. της ΠΟΦΕΕ, κ. Δημήτρη Χριστοφοράκη, επί του σχεδίου νόμου του Υπουργείου Ανάπτυξης: «Ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2021/2101 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 2021 για την τροποποίηση της Οδηγίας (ΕΕ) 2013/34 όσον αφορά στη δημοσιοποίηση στοιχείων φορολογίας εισοδήματος από ορισμένες επιχειρήσεις και υποκαταστήματα – Επικαιροποίηση εθνικής νομοθεσίας για τις υποχρεώσεις δημοσιότητας των εταιρειών και άλλες επείγουσες διατάξεις».

Όπως ανέφερε στην τοποθέτηση του ο κ. Χριστοφοράκης, όσον αφορά το κομμάτι του υπό συζήτηση νομοσχεδίου, που έχει να κάνει με την ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2021/2101, δεν μπορούν να γίνουν πολλά σχόλια δεδομένου ότι η προαναφερόμενη οδηγία ενσωματώνεται ως έχει στο ελληνικό δίκαιο, επί της ουσίας ωστόσο θεωρείται ως θετικό, καθώς δημιουργεί την υποχρέωση δημοσιοποίησης στοιχείων και από τις πολυεθνικές εταιρείες.

Περισσότερο εκτενείς παρατηρήσεις, έκανε ο κ. Χριστοφοράκης επί των άρθρων του νομοσχεδίου που δεν σχετίζονται με την ευρωπαϊκή οδηγία.

Πιο συγκεκριμένα, επί του Άρθρου 16 - Υποβολή ετήσιων οικονομικών καταστάσεων από κεφαλαιουχικές εταιρείες του μη χρηματοπιστωτικού τομέα της Τράπεζας της Ελλάδος, ο κ. Χριστοφοράκης ανέφερε πως ενώ είναι κατανοητή η ανάγκη ύπαρξης επεξεργάσιμης βάσης δεδομένων με τα στοιχεία των ελληνικών επιχειρήσεων, η υποβολή των στοιχείων όμως θα πρέπει να γίνεται μία φόρα, σε μία μόνο ηλεκτρονική πύλη – πλατφόρμα. Θα πρέπει δηλαδή να απαλλαγούν οι επιχειρήσεις, ιδιαίτερα οι μικρές και πολύ μικρές, από την πολλαπλή υποχρέωση αποστολής στις Αρχές (ΓΕΜΗ, Πραγματικός Δικαιούχος, ΑΑΔΕ Τράπεζα της Ελλάδος, κλπ.) των ίδιων ή/και παρόμοιων πληροφοριών. Η ηλεκτρονική υποβολή των απαιτούμενων στοιχείων θα πρέπει να γίνεται μέσω του ΓΕΜΗ, σε μορφή αρχείου το οποίο θα εξάγεται από τα λογιστικά προγράμματα της αγοράς, και μετά να διαμοιράζεται σε όποιο κρατικό φορέα νομιμοποιείται να επεξεργάζεται αυτά τα στοιχεία. Η ψηφιοποίηση των συναλλαγών με τις Δημόσιες Αρχές, θα πρέπει να έχει ως σκοπό την διευκόλυνση των επιχειρήσεων, και όχι να δημιουργεί πρόσθετες υποχρεώσεις, που οδηγούν σε παγίδες προστίμων.

Επί του συγκεκριμένου θέματος η εκπρόσωπος της Τράπεζας της Ελλάδος, κα Ασημίνα Αγγελίνα, Διευθύντρια Διαχείρισης Κινδύνων της ΤτΕ, ανέφερε ότι στην παρούσα φάση τα στοιχεία στο ΓΕΜΗ είναι σε μη επεξεργάσιμη μορφή, και ο όγκος τους είναι τόσο μεγάλος που δεν επιτρέπουν στην ΤτΕ να τα διαχειριστεί, και για αυτό το λόγο χρειάζεται να γίνει υποβολή των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων ξεχωριστά στην Τράπεζα της Ελλάδος. Ωστόσο ανέφερε πως έχει ξεκινήσει ήδη συνεργασία της ΤτΕ με το Γ.Ε.ΜΗ. για τη δημιουργία ενιαίας πλατφόρμας, όπου θα γίνεται μία και μοναδική υποβολή – καταχώριση από τις εταιρείες, και ευελπιστούν πως θα είναι έτοιμη εντός του 2024.

Επί του άρθρου 17 - Θέσπιση ρυθμίσεων στην προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας – Προσθήκη άρθρου 138Α στον Ν. 4951/2022, όπου ουσιαστικά επαναφέρει τη ρήτρα αναπροσαρμογής από 1/1/2024, ο κ. Χριστοφοράκης τόνισε ότι όσο ήταν σε ισχύ η ρήτρα αναπροσαρμογής, κατά την εκδήλωση της ενεργειακής κρίσης, και σε συνδυασμό με τον μηχανισμό καθορισμού των τιμών ενέργειας που ορίζεται από τον ακριβότερο παραγωγό, είχε οδηγήσει σε δραματική αύξηση των τιμών, με αποτέλεσμα τον πολλαπλασιασμό του κόστους λειτουργίας των επιχειρήσεων αλλά και του κόστους ενέργειας των νοικοκυριών. Ο κ. Χριστοφοράκης υπενθύμισε, ότι με βάση τις έρευνες του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, για το προαναφερόμενο διάστημα, το κόστος ενέργειας των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων μεσοσταθμικά είχε διπλασιαστεί. Με το υπό συζήτηση άρθρο εισάγεται ένα σύνθετο σύστημα ειδικών τιμολογίων που πρέπει οι πάροχοι να ανακοινώνουν ανά μήνα, αρχής γενομένης από την 1/12/2023, και καλούνται οι καταναλωτές να επιλέγουν αυτό που θεωρούν ως οικονομικά καλύτερο. Υπάρχουν μεγάλες επιφυλάξεις εάν αυτό το σύστημα θα μπορέσει να γίνει αντιληπτό από τους καταναλωτές και κυρίως εάν θα συγκρατήσει τις τιμές ενέργειες. Επιπλέον, η ανά μήνα ανακοίνωση των τιμών ενέργειας από τους πάροχους δεν βοηθά στον οικονομικό προγραμματισμό των επιχειρήσεων. Για αυτούς τους λόγους, σε πρώτη φάση, θα ήταν ασφαλέστερο να παραταθεί η αναστολή της ρήτρας αναπροσαρμογής και να εξορθολογιστεί το στρεβλό σύστημα καθορισμού των τιμών ενέργειας.

Κλείνοντας, ο κ. Χριστοφοράκης τόνισε ότι, παρόλο που δεν αποτελεί μέρος του νομοσχεδίου, είναι αναγκαίο να εξορθολογιστούν τα «δρακόντεια» πρόστιμα και οι κυρώσεις που έχουν προβλεφθεί με βάση τον Ν. 4919/2022 και συνδέονται με τις καταχωρήσεις και πράξεις δημοσιότητας στο ΓΕΜΗ. Οι εν λόγω κυρώσεις ως είθισται λαμβάνονται επί δικαίων και αδικών ενώ προβλέπουν ποινές οι οποίες δεν είναι εύλογες και αναλογικές, αλλά τόσο δυσανάλογα υψηλές που αρκούν από μόνες τους για να προκαλέσουν προβλήματα επιχειρηματικής επιβίωσης, ιδιαίτερα στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις. Οι κυρώσεις σε κάθε νομοθέτημα οφείλουν να είναι ισορροπημένες, ώστε από τη μια μεριά να αποτρέπουν και από την άλλη να οδηγούν σε συμμόρφωση όταν επιβάλλονται. Η επισήμανση αυτή γίνεται, όπως ανέφερε ο κ. Χριστοφοράκης, γιατί οι αντίστοιχες ποινές του υπό συζήτηση νομοσχεδίου (άρθρο 11) για τις πολυεθνικές εταιρείες είναι εξαιρετικά χαμηλές για το μέγεθος των επιχειρήσεων αυτών.