Skip to main content

Μάρδας: Η Θεσσαλονίκη είναι μια πόλη που ψάχνει να βρει τον δρόμο της

«Η πόλη και ο νομός της Θεσσαλονίκης προσπαθεί να αναπνεύσει οικονομικά», υπογραμμίζει ο υποψήφιος βουλευτής Α' Θεσσαλονίκης

Ο νομός και η πόλη της Θεσσαλονίκης χάνει έδαφος, υπογραμμίζει σε ανακοίνωσή του ο υποψήφιος βουλευτής Α' Θεσσαλονίκης με τον ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία Δημήτρης Μάρδας.

Όπως σημειώνεται στη σχετική ανακοίνωση του κ. Μάρδα, «η πόλη και ο νομός της Θεσσαλονίκης προσπαθεί να αναπνεύσει οικονομικά» και προσθέτει ότι «η αποβιομηχάνιση της περιοχής, όπως και της Ελλάδας γενικότερα οφείλεται σε ένα σύνολο παραγόντων που συνδέονται κατά κύριο λόγο με χειρισμούς εθνικής προέλευσης, που αγνόησαν τις πιέσεις που ασκεί η παγκοσμιοποίηση και η Ενιαία Αγορά της ΕΕ».

Ολόκληρη η ανακοίνωση του Δημήτρη Μάρδα:

«Η στασιμότητα που διακρίνει τον νομό και την πόλη της Θεσσαλονίκης καλά κρατεί. Στρατόπεδα για να περιέλθουν στους δήμους και να γίνουν χώροι πρασίνου χρειάζονται 30 χρόνια διαπραγματεύσεων. Το μετρό της πόλης ακολουθεί την ίδια πορεία. Η αποβιομηχάνιση του νομού και της Κεντρικής Μακεδονίας είναι η μεγαλύτερη της χώρας. Η δυτική περιοχή της πόλης της Θεσσαλονίκης συρρικνώνεται αναπτυξιακά μη δίνοντας την προοπτική που απαιτείται στους εκεί δήμους με 400 χιλιάδες κόσμο. Η ανάπλαση του παραλιακού της μετώπου φαίνεται να είναι το νέο Γεφύρι της Άρτας του Νομού. Γενικά, η δομή της πόλης της Θεσσαλονίκης παραμένει απαράλλαχτη εδώ και τριάντα χρόνια.

Η πόλη και ο νομός της Θεσσαλονίκης προσπαθεί να αναπνεύσει οικονομικά. Πριν τρεις σχεδόν δεκαετίες συγκέντρωνε σημαντικό μέρος της σύγχρονης ελληνικής βιομηχανίας και με την περιοχή του Κιλκίς αποτελούσε ένα αξιόλογο πόλο βιομηχανικής ανάπτυξης. Η ιστορία όμως κάνει κύκλους και καταγράφει διακυμάνσεις. Αυτό σημαίνει ότι η δυναμική που χάθηκε μπορεί να ανακτηθεί. Η περιοχή της Κεντρικής Μακεδονίας και της πόλης της Θεσσαλονίκης μπορούν λοιπόν να δημιουργήσουν νέα δυναμικά συγκριτικά πλεονεκτήματα κερδίζοντας έτσι έδαφος στον χώρο που έχασε.

Η αποβιομηχάνιση της περιοχής, όπως και της Ελλάδας γενικότερα οφείλεται σε ένα σύνολο παραγόντων που συνδέονται κατά κύριο λόγο με χειρισμούς εθνικής προέλευσης, που αγνόησαν τις πιέσεις που ασκεί η παγκοσμιοποίηση και η Ενιαία Αγορά της ΕΕ. Ως προς τη βιομηχανία ειδικότερα, ουδέποτε οι κυβερνήσεις μας έδωσαν προσοχή στις προβλέψεις εκείνες που έδειχναν την αποδυνάμωσή της, λόγω είτε της Ενιαίας Αγοράς (1993) είτε της παγκοσμιοποίησης είτε ακατάλληλων εθνικών πολιτικών, (βλ. ενδεικτικά, μελέτη Mardas, Varsakelis “The Impact of the Internal Market by industrial sector – Greece”, European Economy, 1990).

Και η ιστορία συνεχίζεται ως δράμα παρά ως κωμωδία ή φάρσα. Το «Ελληνικό Σχέδιο Ανάκαμψης» της κυβέρνησης που βασίσθηκε στην έκθεση Πισσαρίδη του Νοεμβρίου 2020 δεν έδωσε τους κατάλληλους προσανατολισμούς στην παραγωγή και ειδικότερα τη βιομηχανία. Ορθά και για πολλοστή φορά, η έκθεση αυτή σημειώνει την υστέρηση των εταιρικών επενδύσεων στην Ελλάδα. Το κενό αυτό των επενδύσεων, υπολογισμένο με βάση την απόκλιση από τον μέσο όρο της ΕΕ κατά την περίοδο 2010-2019, υπολογίσθηκε περί τα 130 δισ. ευρώ.  

Και ενώ έπρεπε να δοθεί έμφαση στις εταιρικές επενδύσεις και ιδιαίτερα στη βιομηχανία, το «Σχέδιο» αυτό αλλού τυρβάζει, με συνέπεια η μεταποίηση να παραμένει ο μεγάλο πτωχός συγγενής, εξέλιξη που αγγίζει δυσμενώς και τις βιομηχανικές ζώνες της Κεντρικής Μακεδονίας, (δείτε ΕΔΩ). Αν το «Σχέδιο Ανάκαμψης» είχε σαφή προσανατολισμό προς τη μεταποίηση, η Θεσσαλονίκη είχε όλα τα εχέγγυα για να αδράξει ένα σημαντικό τμήμα του.

Όποιες υποδομές και αν κτίζονται ή εκσυγχρονίζονται (λιμάνι, αεροδρόμιο) στη Θεσσαλονίκη θα υπολειτουργήσουν εφόσον δεν ξαναβρεί η Κεντρική Μακεδονία τον βηματισμό της στη βιομηχανία, όπως και στην αγροτική παραγωγή της δυτικής πλευράς του Νομού. Ο τουρισμός δεν είναι πανάκεια».