Skip to main content

«Ναι» από ΚΑΣ για απόσπαση και των ρωμαϊκών αρχαιοτήτων από τον σταθμό Βενιζέλου (φωτο)

Θετική γνωμοδότηση για ψηφιδωτό δάπεδο, συγκρότημα λουτρών, εργαστήρια και αγωγούς ύδρευσης των ρωμαϊκών χρόνων που αποκαλύφθηκαν προσφάτως

Oμόφωνα υπέρ της προσωρινής απόσπασης και επανατοποθέτησης των αρχαίων καταλοίπων, που αποκαλύφθηκαν εντός του κελύφους του σταθμού Βενιζέλου κατά τη β’ φάση της ανασκαφικής διερεύνησης, και τοποθετούνται μεταξύ του όψιμου 3ου και 6ου αι. μ.Χ., γνωμοδότησε το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο (ΚΑΣ), που συνεδρίασε σήμερα για το θέμα. Πρόκειται για ρωμαϊκές αρχαιότητες που έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη κατά τη συνέχιση των ανασκαφών στον σταθμό του μετρό Θεσσαλονίκης στη Βενιζέλου. Η έρευνα υλοποιήθηκε μετά την προσωρινή απόσπαση των υπερκείμενων αρχαιοτήτων.

Σε επόμενη συνεδρίαση του ΚΑΣ θα εξεταστεί η μελέτη για το πώς θα γίνει η απόσπαση και η επανατοποθέτηση.

Τα ευρήματα καλύπτουν μια μακρά περίοδο της ρωμαϊκής εποχής και της ύστερσης αρχαιότητας και φτάνουν μέχρι τον 7ο μ.Χ. αιώνα.

Πληροφορίες της Voria.gr αναφέρουν ότι έχει βρεθεί ένα εξαιρετικό τμήμα ψηφιδωτού δαπέδου σε συγκρότημα λουτρικών εγκαταστάσεων που χρονολογείται στον 5ο-6ο αιώνα. Το δάπεδο φέρει διάκοσμο με αλυσιδωτή πλεξούδα (πλοχμό) που χωρίζει την επιφάνεια σε επιμέρους διάχωρα. Το ΒΑ διάχωρο έχει γεωμετρικό διάκοσμο με ρόμβους, ενώ στο ΝΑ απεικονίζεται όρθια ανδρική μορφή, από την οποία διακρίνονται τα γυμνά πόδια από τα γόνατα και κάτω σε στάση contra posto, που πατούν σε βάθρο.

Σύμφωνα με τα όσα έγιναν γνωστά στη συνεδρίαση του ΚΑΣ, τα νέα ευρήματα καλύπτουν την περίοδο 3ος-6ος/7ος αιώνας, ενώ διακρίνονται και προγενέστερα κατάλοιπα, η ανασκαφή των οποίων θα συνεχιστεί σε επόμενη φάση.

Τα αρχιτεκτονικά μέλη και τα κινητά ευρήματα που έχουν αποκαλυφθεί αφορούν σε δίκτυο υποδομών κάτω από τα καταστρώματα των δύο κεντρικών οδών -decumanus maximus και cardo- στο ύψος της Βενιζέλου.

Συγκεκριμένα έχει αποκαλυφθεί ο κεντρικός αγωγός ύδρευσης που παρουσιάζει διάφορες φάσεις κατασκευής και φαίνεται πως ήταν σε χρήση από τον 3ο ώς τον 7ο αιώνα, αλλά και μικρότεροι συνδετικοί αγωγοί. Ένα πυκνό δίκτυο υποδομών αναπτύσσεται γύρω από μια μαρμαρόστρωτη πλατεία του 6ου αιώνα, ενώ οι επάλληλες οικοδομικές φάσεις προσφέρουν χρήσιμες πληροφορίες για την αστική οργάνωση της Θεσσαλονίκης από τον 3ο ώς τον 5ο αιώνα.

Σύμφωνα με πληροφορίες ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι λουτρικές εγκαταστάσεις που χρονολογήθηκαν στο β΄μισό του 4ου και στον 5ο αιώνα, μία κιονοστήρικτη στοά πλάτους 4,40 μέτρων, αλλά και ένα κτήριο του 7ου αιώνα με εστίες φωτιάς και δεξαμενές που λειτουργούσε ως λουτρό. Μάλιστα ένας αδόμητος ανοιχτός χώρος γύρω από μια σειρά κτηρίων οδηγεί στο συμπέρασμα πως εκεί υπήρχε ένα λουτρικό συγκρότημα.

Βρέθηκαν επίσης αρχιτεκτονικά κατάλοιπα που παραπέμπουν σε επαγγελματικούς χώρους, άποψη που ενισχύεται από πλήθος αγγείων αποθηκευτικής χρήσης και μεγάλη συγκέντρωση νομισμάτων από το β΄μισό του 3ου μέχρι το α΄μισό του 4ου αιώνα. Ίχνη καύσης, καμμένων ξύλινων δοκαριών από στέγη ή από ξύλινο δάπεδο ορόφου, καθώς επίσης εργαστηριακά κατάλοιπα και κατασκευές με πηλοεπιφάνειες και χαλαζιακά υποστρώματα, μαρτυρούν έντονη εργαστηριακή χρήση ήδη από τον 2ο αιώνα.

Η ΕΦΑ Πόλης Θεσσαλονίκης εισηγείται την προσωρινή απόσπαση και επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων με στόχο αυτά να προσφέρουν μια ολοκληρωμένη εικόνα του αστικού ιστού, σε σημείο όπου αυτές θα είναι ορατές από τους επιβάτες του μετρό και τους επισκέπτες του σταθμού.

Αναλυτικά η ανακοίνωση του υπουργείου Πολιτισμού:

«Απόσπαση και επανατοποθέτηση των αρχαίων καταλοίπων, που αποκαλύφθηκαν κατά τη β’ φάση των ανασκαφών στον Σταθμό Βενιζέλου του Μετρό Θεσσαλονίκης.
 
Το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο, σύμφωνα με την κοινή εισήγηση των τεσσάρων Διευθύνσεων (ΔΙΠΚΑ, ΔΒΜΑ, ΔΑΑΜ, ΔΑΒΜΜ) και της Εφορείας Αρχαιοτήτων πόλης Θεσσαλονίκης γνωμοδότησε ομόφωνα υπέρ της προσωρινής απόσπασης και επανατοποθέτησης των αρχαίων καταλοίπων, που αποκαλύφθηκαν εντός του κελύφους του σταθμού Βενιζέλου κατά τη β’ φάση της ανασκαφικής διερεύνησης, και τοποθετούνται μεταξύ του όψιμου 3ου και 6ου αι. μ.Χ. Η έρευνα υλοποιήθηκε μετά την προσωρινή απόσπαση των υπερκείμενων αρχαιοτήτων.

Βασική μέριμνα υπήρξε η προσπάθεια επαναφοράς των υποκείμενων αρχαιοτήτων, οι οποίες είτε θα αποτελέσουν υπόβαση των αρχαιοτήτων, που ήδη έχουν αποσπαστεί, είτε θα αναδειχθούν κατά περίπτωση, κάτω από αυτές, εξασφαλίζοντας τη διατήρηση της μαρτυρίας της πολεοδομικής οργάνωσης και των χρήσεων της περιοχής, την επαλληλία των οικοδομικών φάσεων του πολεοδομικού ιστού της πόλης, της ιστορίας και στοιχεία της διαχρονίας της, την ακεραιότητα κατά το δυνατόν των υποκείμενων φάσεων, καθώς και τη διδακτική προβολή και έκθεσή τους, που δεν θα ήταν σε άλλη περίπτωση ορατά.

Συγκεκριμένα, το ΚΑΣ γνωμοδότησε θετικά υπέρ της προσωρινής απόσπασης και επανατοποθέτησης των οικοδομικών φάσεων της ΝΑ νησίδας της ύστερης αρχαιότητας, οι οποίες αποτελούν ενιαίο σύνολο με τις ήδη αποσπασμένες αρχαιότητες, καθώς και υπέρ της προσωρινής απόσπασης και επανατοποθέτησης των αγωγών του δικτύου υποδομής των κεντρικών οδικών αξόνων ή τμημάτων αυτών, που αποκαλύφθηκαν κατά τη β’ φάση της ανασκαφικής διερεύνησης, λαμβάνοντας υπόψη το ανελαστικό όριο της πλάκας του σταθμού.

Οι αρχαιότητες κατά την επαναφορά τους στο κέλυφος του Σταθμού Βενιζέλου συμπεριλαμβάνονται στο προς επανατοποθέτηση μνημειακό σύνολο.

Το Συμβούλιο γνωμοδότησε, επίσης, υπέρ της απόσπασης τοίχου και υποκείμενων επάλληλων υποστρωμάτων του, προκειμένου να εκτεθούν ως δείγμα στρωματογραφίας εργαστηριακών χρήσεων εντός του Σταθμού Βενιζέλου. Παράλληλα, υπέρ της διερεύνησης με ανασκαφικό τρόπο τμημάτων μικρών δεξαμενών, αποσπασματικά σωζόμενων, και τμημάτων κτιστών αγωγών, προκειμένου να συνεχιστεί η αρχαιολογική έρευνα των υποκείμενων ανθρωπογενών επιχώσεων. Τέλος, το Συμβούλιο ζήτησε, σε επόμενη συνεδρίαση, να έρθει μελέτη απόσπασης και επανατοποθέτησης των παραπάνω αρχαιοτήτων, καθώς και την εξάντληση της ανασκαφικής διερεύνησης ως το πέρας των ανθρωπογενών επιχώσεων.

Όπως δήλωσε η Υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνα Μενδώνη, «οι αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού εργάζονται με ιδιαίτερη αφοσίωση και εξαιρετικά εντατικούς ρυθμούς, τηρώντας τα χρονοδιαγράμματα και με απόλυτο σεβασμό στην αρχαιολογική νομοθεσία και τις διεθνείς συμβάσεις για την προστασία, τη διατήρηση της αυθεντικότητας και την ανάδειξη των αρχαιοτήτων που αποκαλύπτονται στον Σταθμό Βενιζέλου. Αυτό τεκμαίρεται και από τις αποφάσεις των δικαστηρίων, που δικαιώνουν τις επιλογές του ΥΠΠΟΑ. Η σημερινή γνωμοδότηση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου διασφαλίζει και προστατεύει τα αρχαιολογικά κατάλοιπα, τα οποία αποκαλύφθηκαν μετά την απόσταση των υπερκειμένων στρωμάτων, εν οις και ο decumanus maximus. Με τις διαδοχικές γνωμοδοτήσεις του το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο επιτρέπει την προσωρινή απόσπαση και την επανατοποθέτηση του 92% των αρχαιοτήτων στην ίδια θέση, που αποκαλύφθηκαν, εντός του Σταθμού Βενιζέλου, ενώ με την πρόσφατη γνωμοδότηση καθίσταται δυνατόν να επανέλθουν και οι υποκείμενες αρχαιότητες, που συνιστούν ενιαίο σύνολο με τις ήδη αποσπασμένες, ολοκληρώνοντας την εικόνα του αστικού ιστού της πόλης στη διασταύρωση του decumanus με τον cardo και καταδεικνύοντας την αλληλουχία των οικιστικών φάσεων. Ο Μητροπολιτικός Σιδηρόδρομος θα εκτελεστεί εντός του χρονοδιαγράμματος, που έχει ήδη τεθεί, εξυπηρετώντας καθημερινά χιλιάδες Θεσσαλονικείς, ενώ θα διαθέτει έναν μοναδικής αισθητικής σταθμό, που μπορεί πραγματικά να αποτελέσει σχολή, όχι μόνο για τα ελληνικά, αλλά για τα διεθνή δεδομένα».

Ο Γενικός Γραμματέας Πολιτισμού Γιώργος Διδασκάλου έκανε την ακόλουθη δήλωση: «Με τη σημερινή ομόφωνη γνωμοδότηση του ΚΑΣ συνεχίζουμε να προασπίζουμε το δημόσιο συμφέρον. Η απόσπαση και επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων που αποκαλύφθηκαν μετά το πέρας της ανασκαφικής διερεύνησης, ή η έκθεσή τους σε άλλους κατάλληλους χώρους, διασφαλίζει τόσο τη διατήρηση και ανάδειξη του μνημειακού συνόλου όσο και την κατασκευή του σταθμού Βενιζέλου του Μετρό».

Κατά τη Β’ φάση της ανασκαφικής διερεύνησης, η οποία πραγματοποιήθηκε το ίδιο διάστημα με τις εργασίες προσωρινής απόσπασης των αρχαιοτήτων, ανασκάφθηκε, ενιαία, ολόκληρη η επιφάνεια του σκάμματος (1260τ.μ.) έως το υψόμετρο +3,50μ. Τα νέα ευρήματα που αποκαλύφθηκαν καλύπτουν ένα χρονικό ορίζοντα από τον 3ο έως τον 5o/6o αι. μ. Χ., ενώ μόλις διακρίνονται προγενέστερα κατάλοιπα, η ανασκαφή των οποίων θα ολοκληρωθεί με τη συνέχιση της έρευνας σε βάθος, σε επόμενη φάση.

Τα νεοαποκαλυφθέντα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα αφορούν σε δίκτυο υποδομών κάτω από τα καταστρώματα των δύο κεντρικών δρόμων -decumanus maximus και cardo στο ύψος της σημερινής οδού Βενιζέλου- καθώς και σε πυκνοδομημένο ιστό με επάλληλες φάσεις της πρώτης οικοδομικής νησίδας ΝΑ της διασταύρωσης των οδικών αξόνων.

Η ανασκαφή απέδωσε πλήθος κινητών ευρημάτων, πολυάριθμα νομίσματα, άφθονη κεραμική υστερορωμαικών χρόνων (3ος) και ύστερης αρχαιότητας (4ος-6ος), γυάλινα, μαρμάρινα, σιδερένια, χάλκινα και οστέινα ευρήματα, η συντήρηση και η καταγραφή των οποίων προχωρά παράλληλα με την ανασκαφική έρευνα».