Skip to main content

Το παραλιακό μέτωπο της Θεσσαλονίκης στα χρόνια του… Κωνσταντίνου Καραμανλή

Η πόλη τού χρωστάει, όσο είναι δυνατόν να χρωστάει μια πόλη σε κάθε πολιτικό, που εξ ορισμού έχει ως αποστολή να εργάζεται για το κοινό καλό

Για πολλούς Έλληνες ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έχει συνδεθεί με τη μέθοδο της αντιπαροχής, που από τη δεκαετία του 1950 μέχρι σήμερα έχει διαμορφώσει την εικόνα των ελληνικών πόλεων και των οικιστικών συστημάτων γενικότερα.

Για εξίσου πολλούς θεωρείται εθνάρχης, κυρίως επειδή συνέβαλε στην αναίμακτη αποκατάσταση της Δημοκρατίας το 1974, απομάκρυνε οριστικά τη βασιλεία, δρομολόγησε στις ράγες της ομαλότητας τη Γ΄ Ελληνική Δημοκρατία, που ξεκίνησε με τη Μεταπολίτευση και πορεύεται μέχρι σήμερα, αλλά –κυρίως- επειδή ήταν ο πολιτικός που οδήγησε την Ελλάδα επιτυχώς το 1980 στους κόλπους της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, της σημερινής Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ιστορία δεν ξεχνάει ασφαλώς ούτε τις εκλογές «βίας και νοθείας» του 1961, που του χρεώνουν. Ούτε ότι επί των ημερών του το παρακράτος δολοφόνησε τον Γρηγόρη Λαμπράκη στη συμβολή των οδών Βενιζέλου και Σπανδωνή στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, γεγονός που φέρεται να τον έκανε να αναρωτηθεί φωναχτά «ποιος κυβερνά αυτόν τον τόπο;».

Δίπλα σε όλα αυτά τα θετικά και τα αρνητικά, που είναι σωστά και το καθένα έχει τη σημασία του, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έκανε πολλά ειδικά για τη Θεσσαλονίκη, στην οποία έζησε η οικογένεια του. Η πόλη τού χρωστάει, όσο είναι δυνατόν να χρωστάει μια πόλη σε κάθε πολιτικό, που εξ ορισμού έχει ως αποστολή να εργάζεται για το κοινό καλό. Δικαίως ο ανδριάντας του έχει τοποθετηθεί στη Νέα Παραλία, στο ύψος του σημερινού δημαρχιακού μεγάρου.

Εκείνο που κυρίως χρωστάει η Θεσσαλονίκη στον Κωνσταντίνο Καραμανλή είναι ότι υλοποίησε έργα και δρομολόγησε εξελίξεις, που όχι απλώς δημιούργησαν εντυπώσεις αλλά είχαν από την αρχή παραγωγικό στόχο. Παρεμβάσεις με βαθύ αποτύπωμα, που η εμβέλεια και η επιρροή τους στην κοινωνία και την οικονομία φτάνει μέχρι τις μέρες μας. Σε μια εποχή κατά την οποία το σύστημα ευνοούσε την «ενός ανδρός αρχή», δηλαδή πριν ισχύσουν οι κανόνες και οι διαδικασίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο Καραμανλής με προσωπικές αποφάσεις εκσυγχρόνισε το λιμάνι της Θεσσαλονίκης, δημιούργησε τη Νέα Παραλία, ίδρυσε το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος και την Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης, έδωσε εταιρική μορφή στη δημόσια ΔΕΘ – Helexpo –κάτι πρωτοποριακό και απελευθερωτικό για έναν δημόσιο οργανισμό στα μέσα της δεκαετίας του 1970-, και πολλά άλλα. Δι’ αυτών των παραδειγμάτων ώθησε ανθρώπους σε θέσεις ευθύνης να πάρουν και να υλοποιήσουν μακρόπνοες αποφάσεις, κάτι που για τον ευρύτερο δημόσιο τομέα της χώρας σε σημαντικό βαθμό εξακολουθεί να αποτελεί ζητούμενο. Οι περισσότεροι που ασκούν καθήκοντα στον κρατικό μηχανισμό της χώρας μας «οχυρώνονται» πίσω από τις διαδικασίες και τη γραφειοκρατία προχωρώντας βήμα βήμα. Και αυτό σε ένα σύστημα που απέχει πολύ ακόμη για να χαρακτηριστεί σύγχρονο και ευρωπαϊκό στην πραγματικότητα είναι ανασταλτικός παράγων. Ακριβώς όπως όταν κάποιος βρίσκεται χιλιόμετρα μπροστά κι εσύ τρέχεις με χαμηλότερη ταχύτητα και ελπίζεις –άγνωστο πώς- ότι θα τον φτάσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι στη χώρα μας, στις προεκλογικές περιόδους, τα μολύβια κατεβαίνουν. Ούτε ασφαλώς ότι πρόκειται για τη χώρα στην οποία οι πολιτικές αποφάσεις σε θέματα καθημερινότητας έως ρουτίνας έχουν τη μεγαλύτερη επιρροή από οποιαδήποτε άλλη ανεπτυγμένη χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Αν, λοιπόν, υπήρχε σήμερα στην Ελλάδα κάποιος με ισχυρή πολιτική βούληση για την ανάπτυξη της Θεσσαλονίκης και επικρατούσαν συνθήκες απρόσκοπτης επιβολής αυτής της πολιτικής βούλησης το ζήτημα που θα προωθούσε τάχιστα θα ήταν η ανάπλαση του θαλάσσιου μετώπου των 40 και χιλιομέτρων, από το Καλοχώρι μέχρι το Αγγελοχώρι. Αυτό είναι το πρότζεκτ της Θεσσαλονίκης για τον 21ο αιώνα, υπό την έννοια ότι μπορεί να μεταμορφώσει και να αναβαθμίσει ουσιαστικά την πόλη και την ευρύτερη περιοχή. Μόνο που οι ρυθμοί υλοποίησής του –διότι βούληση γενικώς και αορίστως υπάρχει- παραπέμπουν σε χειροπιαστά αποτελέσματα στις παρυφές του 22ου αιώνα, καλώς εχόντων των πραγμάτων! Διότι για κάποιον λόγο, ανεξήγητο για τους παρατηρητές, αλλά απολύτως κατανοητό για τους μετέχοντες τη νομή των τοπικών εξουσιών, το κράτος δεν αποφασίζει να πάρει την κατάσταση στα χέρια του. Διότι με πέντε – έξι δήμους και τρεις – τέσσερις δημόσιες αρχές στο παιχνίδι η άκρη βρίσκεται –αν βρεθεί, δηλαδή- με πολύ αργούς ρυθμούς. Η Θεσσαλονίκη έχει τη δυνατότητα να γυρίσει μέτωπο προς τη θάλασσα –σήμερα επί της ουσίας έχει γυρισμένη την πλάτη στο υγρό στοιχείο- και για πρώτη φορά να επεκταθεί συντεταγμένα εκτός των τειχών. Να εξελιχθεί ,από μία βαλκανική πόλη με ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά, σε μία μεσογειακή μητρόπολη, που θα εμπεριέχει και θα συνδυάζει όλα τα γεωγραφικά, ιστορικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά. Το παράδειγμα της Βαρκελώνης, που άλλαξε με την ευκαιρία των Ολυμπιακών Αγώνων του 1992 και από επαρχιακή ισπανική πόλη έγινε μητρόπολη, υπάρχει και λειτουργεί σε απόσταση 3,5 ωρών με το αεροπλάνο. Ούτε καν στην άκρη του κόσμου.    

Φυσικά η πράξη απέχει πολύ από τη θεωρία. Το εγχείρημα είναι δύσκολο και πολύπλοκο, αλλά αν ήταν εύκολο και απλό ενδεχομένως θα είχε υλοποιηθεί. Ένα τέτοιου μεγέθους «Θεσσαλονίκη project» απαιτεί το κράτος σε πρωταγωνιστικό ρόλο. Διότι χρειάζονται τολμηρές αποφάσεις, οι οποίες άπτονται κανονιστικών ρυθμίσεων, που δύσκολα ξεπερνιούνται και άρα χρειάζονται έκτακτες εξουσίες τύπου Ολυμπιακών αγώνων της Αθήνας. Όταν οι κατά καιρούς δήμοι που τα πολλά τελευταία χρόνια ήταν υπεύθυνοι για την… πρωτόγονη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη που βρίσκεται στα όρια του σημερινού δήμου Πυλαίας – Χορτιάτη δεν κατάφεραν να απομακρύνουν λίγες επιχειρήσεις που λειτουργούσαν επί δεκαετίες στα όρια της νομιμότητας και όταν για να κατέβει στην πλατεία Αριστοτέλους η φωτεινή και κατακόκκινη επιγραφή φροντιστηρίου έπρεπε να… μετακομίσει το φροντιστήριο, ο καθένας αντιλαμβάνεται τι θα συμβεί στα 40+ επίδικα χιλιόμετρα του παραλιακού μετώπου.

Επειδή, όμως, όλα αυτά δύσκολα γίνονται, ειδικά στη Θεσσαλονίκη, ας επιλεγεί τουλάχιστον μία μέση λύση. Ενδεχομένως μία «Θαλάσσιο Μέτωπο Θεσσαλονίκης ΑΕ», με απευθείας μετόχους –και επομένως συμμέτοχους- όλους τους εμπλεκόμενους δημοσίους και αυτοδιοικητικούς φορείς, που στη βάση ενός ρεαλιστικού και τεχνοκρατικού χρονοδιαγράμματος θα προχωρήσει το εγχείρημα. Απαραίτητη προϋπόθεση να βρεθεί τρόπος να εμπλακούν στο εγχείρημα σοβαροί ιδιώτες, οι οποίοι θα διαθέτουν τους απαιτούμενους κατά περίσταση πόρους και θα προχωρήσουν σε συμφωνημένο πλάνο και με την απαιτούμενη επιτήρηση και εποπτεία. Προφανώς και αυτό το σενάριο χρειάζεται αρκετό χρόνο. Στην πραγματικότητα πολλά χρόνια τα οποία, όμως, αν αρχίσουν να μετρούν κάποτε θα καταλήξουν.

ΥΓ. Η εμπειρία της κατασκευής του μετρό της Θεσσαλονίκης είναι τραυματική για την πόλη. Και συγχρόνως διδακτική για το τι σημαίνει παρέμβαση μεγάλης έκτασης. Εννοείται ότι η ανάπλαση του θαλασσίου μετώπου της Θεσσαλονίκης δεν πρόκειται ποτέ να ολοκληρωθεί, εάν η σχετική πρωτοβουλία δεν θωρακιστεί θεσμικά και νομικά. Άλλωστε πρόκειται για παρέμβαση μεγαλύτερης σημασίας από το μετρό. Ακριβώς επειδή στόχος είναι να παράγει διαρκώς και επί δεκαετίες πλούτο για την τοπική και την εθνική οικονομία, αλλά και να διευρύνει διαρκώς τους ορίζοντες της Θεσσαλονίκης.

ΥΓ2. Η εποχή του Κωνσταντίνου Καραμανλή του πρεσβύτερου έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί. Τα χαρακτηριστικά της δεν υπάρχουν, επομένως δεν χρειάζονται ούτε άνθρωποι με την ίδια νοοτροπία. Χρειάζονται, όμως, άνθρωποι, οι οποίοι όντες προσαρμοσμένοι στα σημερινά δεδομένα και ακολουθώντας σύγχρονες προδιαγραφές να είναι αποτελεσματικοί επί της ουσίας. Ούτε επαγγελματίες καριερίστες ούτε καρεκλοκένταυροι αιρετοί. Να φιλοδοξούν και σε καριέρα και με μακροημέρευση στην… καρέκλα, μέσω του αποτελέσματος.