Skip to main content

Ο δρόμος, η μουσική και η λύτρωση της Έλενας στην παραλία της Θεσσαλονίκης

Το πλακόστρωτο της Νέας Παραλίας, στο κομμάτι από το άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, εξελίσσεται σε πιάτσα από κοσμικά και λαϊκά κέντρα.

Τους τελευταίους μήνες που ζούμε με την πανδημία του κορωνοϊού στα πεζοδρόμια και τις πλατείες της Θεσσαλονίκης παίζουν πολλοί μουσικοί. Πολύ περισσότεροι απ’ ότι παλαιότερα. Κατά μίαν έννοια το κέντρο έχει γεμίσει μπουάτ, ροκ και τζαζ κλαμπ, με μεμονωμένους τροβαδούρους και γκρουπάκια να δίνουν συναυλίες.

Κατά μίαν άλλη έννοια το πλακόστρωτο της Νέας Παραλίας, στο κομμάτι από το άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου μέχρι το φεγγάρι στη θάλασσα, εξελίσσεται σε πιάτσα από κοσμικά και λαϊκά κέντρα, με επίδοξους επιγόνους του Στέλιου Καζαντζίδη και της Χαρούλας Αλεξίου να τραγουδούν ανάλογο ρεπερτόριο με τη συνοδεία ηχογραφημένης ορχήστρας. Κοινό σημείο όλων παραμένει το πιατάκι, όπως λέγεται στη ρεμπέτικη γλώσσα του δρόμου ο τρόπος προσέλκυσης κερμάτων από τους περαστικούς. Η ανοιχτή θήκη της κιθάρας, ένα καπέλο, ένα καλαθάκι. Το αν οι δουλειές πηγαίνουν καλά το ξέρουν οι ίδιοι οι μουσικοί και τραγουδιστές, που αγωνίζονται με ηρωικό τρόπο για τον επιούσιο. Το βέβαιο είναι ότι σε αυτές τις υπαίθριες αυτοσχέδιες εμφανίσεις υπάρχουν φορές που η θερμοκρασία στον αέρα ανεβαίνει, η υγρασία αυξάνεται, ο ιδρώτας τρέχει στο μέτωπο, στα χέρια, στην καρδιά και στα τάστα της κιθάρας, ενώ  ανάμεσα στον πομπό και σε κάποιους από τους περαστικούς δέκτες δημιουργείται μια ζεστή συντροφική ατμόσφαιρα. Μια φευγαλέα, επικοινωνία που φτάνει βαθιά και στον ιδανικό κόσμο θα άξιζε από μόνη της το ζόρι να παίζει κανείς στο δρόμο.

Σε χώρες με μεγαλύτερη παράδοση στην μουσική του δρόμου και στη μουσική στο δρόμο ορισμένες φορές γίνονται θαύματα. Εκεί στη γωνία, κάτω από το υπόστεγο, γεννιούνται καλλιτέχνες που γίνονται γνωστοί σε όλο τον κόσμο.  Ανάμεσά τους ο Riley B. King, ο οποίος έγινε γνωστός τραγουδώντας στους δρόμους του Μισισιπή. Όταν τα πράγματα πήραν γι’ αυτόν τον καλό το δρόμο με δίσκους, ραδιόφωνο, συναυλίες και τα σχετικά αποφάσισε να αλλάξει το όνομά του σε BB King, συντομογραφία του υποκοριστικού που του είχαν δώσει ως «Beale Street Blues Boy». Και η Janis Joplin που πριν γίνει γνωστή και τελικά στα 27 της πέσει θύμα της δημοσιότητας και του μύθου της, έκανε τη διαδρομή από το πανεπιστήμιο που φοιτούσε μέχρι το Όστιν, την πρωτεύουσα του Τέξας,  μόνο και μόνο για να τραγουδήσει σόλο με την κιθάρα της. Όπως, επίσης, η σύγχρονη ντίβα της τζαζ Madeleine Peyroux, που ξεκίνησε την καριέρα της ως έφηβη στους δρόμους του Καρτιέ Λατέν στο Παριίσι, όπου είχε βρεθεί στα 13 της προερχόμενη από τη Νέα Υόρκη, ακολουθώντας τη μητέρα της, όταν οι γονείς της χώρισαν. Και να μην ξεχάσουμε την Τρέσι –Fast car- Τσάπμαν. Τη μαύρη με τη φωνή – λεπίδι, που ένας παραγωγός της δισκογραφίας την… ψάρεψε σε ένα σταυροδρόμι του Μανχάταν να παίζει για τους περαστικούς. Αλλά και τους δικούς μας ρεμπέτες, τον Μπαγιαντέρα –κατά κόσμον Δημήτρη Γκόγκο- και τον Μάρκο Βαμβακάρη, οι οποίοι λόγω ανέχειας έφτασαν να γυρνούν, με τα μικρά παιδιά τους στο χέρι, στις ταβέρνες της εποχής και να παίζουν για ότι είχε ευχαρίστηση ο πελάτης. Τα λαϊκά ταβερνάκια ήταν γι’ αυτούς τους ανθρώπους τα μουσικά πεζοδρόμια των δεκαετιών του 1940, του 1950 και του 1960.



ΥΓ. Πριν από αρκετά χρόνια, ένα παγωμένο χειμωνιάτικο βράδυ, ένας κιθαρίστας και τραγουδιστής από τη Λατινική Αμερική έπαιζε επί ώρες χωρίς αποτέλεσμα, στην παραλία της Θεσσαλονίκης. Ελάχιστοι ήταν οι περαστικοί. Βάδιζαν στον προορισμό τους βιαστικοί, κουκουλωμένοι στα παλτά και στα κασκόλ τους. Εκείνο το βράδυ κανείς δεν είχε συγκινηθεί από τη μουσική και το τραγούδι του μοναχικού τροβαδούρου, ο οποίος ετοιμαζόταν να επιστρέψει στο σπίτι, στη γυναίκα και το παιδί του, με άδειες τσέπες. Δεν ήταν η πρώτη φορά και αυτό έκανε την κατάσταση ακόμη πιο δύσκολη. Ξαφνικά, στάθηκε να τον ακούσει μια γυναικεία φιγούρα. Μια γνωστή Ελληνίδα τραγουδίστρια, η οποία για κάποιον απροσδιόριστο λόγο είχε βρεθεί να περπατάει μόνη στην παγωμένη παραλία της Θεσσαλονίκης, Δεκέμβρη μήνα. Άκουσε ένα τραγούδι και λίγο από ένα δεύτερο, άνοιξε την τσάντα της, έβγαλε ένα χαρτονόμισμα, το άφησε στην ανοιχτή θήκη της κιθάρας και συνέχισε το δρόμο της. Λίγο μετά ο μουσικός μας τα μάζεψε κι έφυγε, η κίνηση είχε αραιώσει απελπιστικά. Εκείνο το χαρτονόμισμα ήταν η μοναδική είσπραξη της ημέρας. Ήταν κάτι. Τουλάχιστον δεν θα γυρνούσε σπίτι με άδεια χέρια.

Πρόσφατα αυτός ο μουσικός πήρε μέρος στο «The voice», το talent – show στο οποίο τέσσερις γνωστοί τραγουδιστές επιλέγουν καλές φωνές. Ο Λατίνος Θεσσαλονικιός, ο οποίος πλέον πλησιάζει τα 50 αλλά δεν το βάζει κάτω και συνεχίζει να βιοπορίζεται στο δρόμο, πέρασε τη δοκιμασία. Έκανε τις καρέκλες να γυρίσουν. Πριν αποχωρήσει από το πλατό είπε την ιστορία που έζησε ένα χειμωνιάτικο βράδυ στην παραλία της Θεσσαλονίκης. Στο τέλος αποκάλυψε ότι η γνωστή τραγουδίστρια, που εκείνο το βράδυ τον έσωσε άθελα της από την απελπισία κάθε ανθρώπου, ο οποίος μοχθεί χωρίς αποτέλεσμα, ήταν η Έλενα Παπαρίζου, η οποία μετέχει στην εκπομπή ως κριτής. Εκείνη αιφνιδιάστηκε, δε θυμόταν το περιστατικό –πολλοί άνθρωποι έχουν την τάση να ξεχνάνε τα στενάχωρα- και ακούγοντας το ευχαριστώ του ανθρώπου απάντησε: «Ποιος ξέρει πόσο με ζέστανες εσύ εκείνη τη στιγμή;». Αλήθεια, ποιός ξέρει; Ο δρόμος, το πεζοδρόμιο, η μουσική, το τυχαίο συχνά οδηγούν σε  ευτυχισμένες στιγμές. Προσφέρουν παρηγοριά, κάτι τόσο προσωπικό και γι’ αυτό απροσδιόριστα λυτρωτικό. Για μια στιγμή έστω. Γιατί όχι, λοιπόν;     

Κεντρική φωτογραφία: Frans Schellekens/Redferns/Getty Images