Skip to main content

Θεσσαλονίκη: Πεταμένα στον βυθό του Θερμαϊκού 85 εκατ. ευρώ για χατίρι της υποθαλάσσιας!

Το δημόσιο θα καταβάλει στην ανάδοχο κοινοπραξία περίπου το 1/5 του προϋπολογισμού για ένα έργο το οποίο δεν ξεκίνησε ποτέ...

Δεκατρία χρόνια μετά το οριστικό ναυάγιο του πολύπαθου έργου της υποθαλάσσιας οδικής αρτηρίας στη Θεσσαλονίκη, ήρθε ο λογαριασμός τον οποίο καλείται να πληρώσει το ελληνικό δημόσιο στην ανάδοχη κοινοπραξία η οποία είχε αναλάβει να κατασκευάσει το έργο. Σύμφωνα με πληροφορίες η διαδικασία της διαιτησίας, μετά δέκα και πλέον χρόνια αντιδικίας, έχει ολοκληρωθεί και το ύψος της αποζημίωσης προς την ανάδοχη κοινοπραξία «Θερμαϊκή Οδός» (Άκτωρ, Archirodos, Boskalis) προσδιορίστηκε στα 85 εκατ. ευρώ. Έτσι, το δημόσιο θα καταβάλει στον ανάδοχο περίπου το 1/5 του προϋπολογισμού, για ένα έργο το οποίο δεν ξεκίνησε ποτέ.

Από την πρώτη στιγμή που περιλήφθηκε στην ατζέντα της Θεσσαλονίκης η ιδέα της παράκαμψης του κέντρου της πόλης από τη μεριά της θάλασσας, προκάλεσε προστριβές. Η αρχική πρόταση, διατυπωθείσα το 1968, προέβλεπε ζεύξη του Θερμαϊκού είτε με γέφυρα είτε με υποθαλάσσια οδική αρτηρία. Γρήγορα όμως, εγκαταλείφθηκε καθώς το έργο ήταν παντελώς αχρείαστο και φαραωνικό για τις ανάγκες και τα δεδομένα της Θεσσαλονίκης.

Το ιστορικό

Η συζήτηση επανήλθε, και το 1985 περιελήφθη στο Ρυθμιστικό Σχέδιο Θεσσαλονίκης η κατασκευή υποθαλάσσιας οδικής αρτηρίας η οποία θα συνέδεε το λιμάνι με την Καλαμαριά. Στη συνέχεια εντάχθηκε στο Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο και υιοθετήθηκε και από την Γενική Κυκλοφοριακή Μελέτη το 2000. Δύο χρόνια μετά, τον Ιούνιο του 2002, ξεκίνησαν οι διαδικασίες για τη δημοπράτηση του έργου με σύμβαση παραχώρησης. Επρόκειτο όμως για μια μικρότερη υποθαλάσσια, με προβλεπόμενο μήκος 3,8 χλμ, εκ των οποίων τα 1,24 χλμ κάτω από τη θάλασσα, η οποία θα έβγαινε κάπου κοντά στο «Μακεδονία Παλάς», αντί της Καλαμαριάς.

Ο διεθνής διαγωνισμός ξεκίνησε τον Νοέμβριο του 2003, επί κυβέρνησης Σημίτη, αλλά τον Αύγουστο του 2004 η κυβέρνηση Καραμανλή άλλαξε τους όρους παραχώρησης και λειτουργίας του έργου. Τον Μάιο του 2005 αναδείχθηκε προσωρινός ανάδοχος η κοινοπραξία «Θερμαϊκή Οδός» και η σύμβαση υπογράφηκε τον Οκτώβριο 2006. Οι εργασίες προβλεπόταν να ξεκινήσουν τον Απρίλιο του 2007 και υπολογίστηκε ότι θα διαρκούσαν τέσσερα χρόνια, ενώ ο προϋπολογισμός του έργου ήταν 472 εκατομμύρια ευρώ.

Αντιδράσεις και χαριστική βολή

Το έργο είχε προκαλέσει σφοδρές αντιδράσεις από επιστημονικούς φορείς και πολίτες. Οι αιτιάσεις ήταν πολλές. Η υποθαλάσσια θα έκοβε τη δυτική είσοδο της πόλης, όπως και το πάρκο στη νέα παραλία, στα δύο, μέσα από τη θάλασσα θα αναδύονταν τα φουγάρα εξαερισμού, αρχικά προβλέπονταν και διόδια, ενώ απαγορευόταν, στη σύμβαση παραχώρησης η κατασκευή κάθε άλλου κυκλοφοριακού έργου στην ευρύτερη περιοχή, χωρίς τη συναίνεση του αναδόχου, προκειμένου να εξασφαλιστεί ο απαιτούμενος κυκλοφοριακός φόρτος για χάρη της υποθαλάσσιας.


Τη χαριστική βολή στο έργο έδωσε η απόφαση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου με την οποία ανακηρύχθηκαν διατηρητέα ορισμένα κτήρια του λιμανιού της Θεσσαλονίκης τα οποία προβλέπονταν να κατεδαφιστούν. Η απόφαση αυτή άλλαξε σημαντικά τα χαρακτηριστικά του έργου καθώς απαιτούσε την εκβάθυνση της σήραγγας από τα 15 στα 25 μέτρα με σημαντική αύξηση του κόστους κατασκευής και την ανάγκη διεξαγωγής νέων περιβαλλοντικών μελετών. Κατά μία πληροφορία, η απόφαση αυτή του ΚΑΣ ήταν σε γνώση της τότε ηγεσίας του υπουργείου ΠΕΧΩΔΕ, πριν από την υπογραφή της σύμβασης παραχώρησης, αλλά για άγνωστους λόγους, δεν ελήφθη υπόψη.

Έπειτα από αυτήν την εξέλιξη το χρηματοδοτικό πλάνο άλλαξε ριζικά. Οι τράπεζες οι οποίες θα χρηματοδοτούσαν την κατασκευή της σήραγγας εμφανίστηκαν απρόθυμες, με αποτέλεσμα η ανάδοχη κοινοπραξία να καταγγείλει τη σύμβαση. Συγκεκριμένα, τον Ιούλιο του 2009, ζήτησε με επιστολή της προς τον υπουργό ΠΕΧΩΔΕ Γιώργο Σουφλιά να της παραχωρηθεί ο χώρος για την έναρξη των εργασιών. Ο υπουργός δεν απάντησε σε αυτήν την επιστολή κι έτσι η σύμβαση ακυρώθηκε με υπαιτιότητα του δημοσίου, μόλις μία εβδομάδα πριν από τις εκλογές του Οκτωβρίου 2009.

Αποζημίωση

Έπειτα απ' αυτό η ανάδοχος κοινοπραξία διεκδίκησε τις νόμιμες αποζημιώσεις, προσφεύγοντας στη διαιτησία του Διεθνούς Επιμελητηρίου των Παρισίων, όπως προέβλεπε η σύμβαση παραχώρησης. Σύμφωνα με πληροφορίες, η κοινοπραξία διεκδίκησε αποζημίωση ύψους 400 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 200 εκατ. ήταν για εκτελεσθείες εργασίες (μελέτες, δέσμευση μηχανημάτων, αμοιβές προσωπικού κ.ο.κ.) και άλλα 200 εκατ. για ηθική βλάβη. Τελικά της επιδικάστηκε ποσόν 67,4 εκατ. Εξ αυτών, καταβλήθηκαν μόνον περίπου 5 εκατ. επί υπουργίας Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, στην κυβέρνηση Αντώνη Σαμαρά.

Έκτοτε, όμως, δεν πληρώθηκε τίποτε, με αποτέλεσμα το τοκιζόμενο χρέος να υπερβεί τα 100 εκατ. Τελικά, έπειτα από διαπραγμάτευση που έγινε, σύμφωνα με πληροφορίες, επήλθε συμφωνία για την καταβολή αποζημίωσης ύψους 85 εκατ. ευρώ, την οποία επικύρωσε και το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους.